Τελέστηκε σήμερα Σάββατο, 29 Μαΐου 2021, επιμνημόσυνη δέηση στον ανδριάντα του τελευταίου Αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης πριν την Άλωση, Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, το οποίο δεσπόζει στον προαύλιο χώρο του επισκοπείου της Μητροπόλεως στο Επισκοπειό.
Την επιμνημόσυνη δέηση τέλεσε ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Ταμασού και Ορεινής κ. Ησαΐας πλαισιούμενος από τον Πρωτοσυγκελεύοντα της Μητροπόλεως, Πρωτοπρεσβύτερο Θεόδωρο Στυλιανού, τους Πανοσιολογιώτατους Αρχιμανδρίτες Βαρνάβα Χρυσάνθου και Δημητριανό Πέτσα, τον Οικονόμο Δημήτριο Δημητριάδη, τον Αρχιδιάκονο Ραφαήλ Μισιαούλη και τον Διάκονο Σπυρίδωνα Καρατζιά.
Στο τέλος της επιμνημόσυνης δεήσεως ο Πανιερώτατος κατέθεσε δάφνινο στεφάνι εις μνήμη του Αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Παλαιολόγου και όλων όσων έπεσαν μαχόμενοι κατά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως το 1453.
Με λαμπρότητα και την αρμόζουσα εκκλησιαστική τάξη, εορτάστηκε το θεμελιώδες γεγονός της χριστιανικής πίστεως και ζωής, την Ανάσταση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού στην Ιερά Μητρόπολη Ταμασού. Επίκεντρο ήταν ο Καθεδρικός Ναός του Αγίου Νικολάου στο Επισκοπειό.
Της Ακολουθίας προέστη ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Ταμασού και Ορεινής κ. Ησαΐας συμπαραστατούμενος από τον Πανοσιολογιώτατο Αρχιμανδρίτη Βαρνάβα Χρυσάνθου και τον Ιεροδιάκονο Ραφαήλ Μισιαούλη.
Όλοι μαζί, έψαλλαν τον Αναστάσιμο παιάνα «Χριστός ανέστη», με τον Πανιερώτατο να τους ευλογεί και να αναφωνεί το μεγάλο γεγονός της Χριστιανοσύνης: “Αληθώς Ανέστη”.
Στη συνέχεια ο Πανιερώτατος εξέφρασε τις πλέον θερμές και πατρικές ευχές του σε όλους για χρόνια πολλά και ευλογημένα, αλλά και φωτισμένα από το ανέσπερον φως του Παναγίου Τάφου.
“Είθε το φως της Αναστάσεως να κατοικοεδρεύσει και να φωτίζει τις καρδιές όλων μας και να γεμίζει την ψυχή μας με δύναμη, πίστη και αισιοδοξία”.
Για την περιπέτεια του με τον κορωνοϊό μίλησε το μεσημέρι στο OMEGA και στην εκπομπή ΑΙΧΜΕΣ o Μητροπολίτης Ταμασού Ησαϊας, ο οποίος στάθηκε ιδιαίτερα στο γεγονός πως είχε προλάβει και έκανε το εμβόλιο και κατ’ επέκταση, όπως είπε δεν μετέδωσε σε οποιονδήποτε τον ιό, αλλά και ο ίδιος τον περνά με πολύ ήπια συμπτώματα.
Μάλιστα ο Μητροπολίτης επιστράτευσε και το χιούμορ του θέλοντας να δείξει πόσο καλό του έκανε το γεγονός ότι πρόλαβε και εμβολιάστηκε, λέγοντας πως στην ουσία τον «έσωσαν» τα κιλά του λόγω των οποίων είχε το δικαίωμα να εμβολιαστεί πιο νωρίς από ότι προβλεπόταν για την ηλικιακή του ομάδα.
Συγκεκριμένα ανέφερε ότι:
”Είχε τεράστια θετική επίδραση το γεγονός ότι έκανα το εμβόλιο. Και το περνώ σχεδόν εντελώς ασυμπτωματικά. Δεν «κατάφερα» να τον μεταδώσω στην μητέρα μου. Τα εμβόλια σώζουν. Λάμβανα τα μέτρα μου και έκανα τακτικά τεστ και αυτό με έσωσε. Κυριακή κάτι πήγε λάθος στο πρόγραμμα μου και κάποιος με κόλλησε τον ιό. Δεν επηρέασα κάποιο άλλο άνθρωπο.
Έχω πλήρη δραστηριότητα και μπορώ να διαβάζω και να επικοινωνώ και έτσι αντέχεται ο περιορισμός.
Λέω στους συνεργάτες μου πως είναι η πρώτη φορά που τα κιλά μου μου έδωσαν προνόμιο. Ηλικιακά δεν έπρεπε να το κάνω αλλά λόγω κιλών μπορούσα να το κάνω και το εκμεταλλεύθηκα.”
Δείτε το απόσπασμα με τις δηλώσεις του Μητροπολίτη Ταμασού:
Την 25η Μαρτίου, ημέρα έναρξης του αγώνα της Εθνικής Παλιγγενεσίας, η οποία εφέτος συμπίπτει με τη συμπλήρωση 200 ετών από την έναρξη του αγώνα και την 1η Απριλίου, η οποία αποτελεί ιδιαίτερη ημέρα για την Κύπρο, αφού κατά την ημέρα αυτή κηρύχθηκε η έναρξη του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ (1955), για την απελευθέρωση του νησιού από τους Άγγλους κατακτητές και την ένωση με την Ελλάδα, τίμησε η Ιερά Μητρόπολη Ταμασού και Ορεινής με ύμνους και δοξολογία.
Της επίσημης δοξολογίας που τελέστηκε στον Μητροπολιτικό Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου Άνω Δευτεράς προέστη ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Ταμασού και Ορεινής κ Ησαΐας, συμπαραστατούμενος από τους Πανοσιολογιωτάτους Αρχιμανδρίτες Νεκτάριο Μπακόπουλο, Θεοτόκη Φαίδωνος, Δημητριανό Πέτσα, τον Οικονόμο Θεόφιλο Αλχούρι, καθώς και τον Ιεροδιάκονο Ραφαήλ Μισιαούλη.
Τελετάρχης της δοξολογίας ήταν ο Πρωτοσυγγελεύων της Ιεράς Μητροπόλεως Ταμασου, Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Στυλιανού και ο βοηθός τελετάρχης Αρχιμανδρίτης Διονύσιος Κοπτίδης.
Στην δοξολογία ήταν παρόντες ο Δήμαρχος Τσερίου, κ. Σταύρος Μιχαήλ, εκπρόσωποι της Εθνικής Φρουράς, της ΕΛΔΥΚ, της Αστυνομίας, εκπρόσωποι των πολιτικών κομμάτων, οι τοπικές αρχές, οι θρονικοί Επίτροποι, υποψήφιοι βουλευτές και 30 Κοινοτάρχες της Μητροπολιτικής περιφέρειας.
Συγκεκριμένα τον Δημοκρατικό Συναγερμό εκπροσώπησε ο βουλευτής Δημήτρης Δημητρίου, το Δημοκρατικό Κόμμα η βουλευτής Χριστιάνα Ερωτοκρίτου, το Ακέλ ο υποψήφιος βουλευτής Λεόντιος Φιλοθέου, τη Δημοκρατική Παράταξη ο υποψήφιος βουλευτής Αλέκος Τρυφωνίδης, το Ελάμ ο κ. Στέλιος Νεάρχου.
Παρόντες, επίσης ήταν ο Πρόεδρος Επιτροπής της Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας κ. Παναγιώτης Αντωνίου και ο Πρόεδρος Ένωσης Κοινοτήτων Κύπρου, κ. Ανδρέας Κιτρομηλίδης.
Πολύς κόσμος παρέμεινε λόγω μέτρων έξω από το Ναό και τηρούσε τις αποστάσεις.
Τον πανηγυρικό της ημέρας εκφώνησε ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας κύριος Μάριος Παναγίδης.
Ο Πανιερώτατος στο τέλος ανακοίνωσε στον κόσμο τις εορταστικές εκδηλώσεις από τα 200 χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης, οι οποίες προγραμματίζονται να γίνουν τον ερχόμενο Σεπτέμβριο, Οκτώβριο και Νοέμβριο με μουσικές συναυλίες, θέατρο, κινηματογράφο, θέατρο σκιών αρκετές διαλέξεις και ποιητικές ημερίδες με δραματοποιημένη ποίηση.
Μετά τη δοξολογία λειτούργησε σταθμός γρήγορου τεστ για τον κορωνοιό, όπου ο κόσμος είχε την ευκαιρία να κάνει δωρεάν τεστ στη μεγάλη αίθουσα εκδηλώσεων του Ναού.
Αγαπητοί πατέρες και αδελφοί μου ευσεβείς χριστιανοί, διευκρινίζουμε ότι ανεξάρτητα από τις εξελίξεις και οτιδήποτε έχει ανακοινωθεί για τα μέτρα, απόφαση μου είναι να κοινωνούμε όλους τους πιστούς που το επιθυμούν είτε είναι εμβολιασμένοι είτε όχι!!!
Κανένας κληρικός δεν θα αρνηθεί την Θεία Κοινωνία σε άνθρωπο που το ζητά στην Ιερά Μητρόπολη Ταμασού και Ορεινής!
Επειδή με ρωτάνε συνέχεια πολλοί, διευκρινίζω τα εξής: Ναι μπορούμε να ψάλλουμε τα εγκώμια στον επιτάφιο με τις χορωδίες που ετοιμάζονται και θα γίνει κανονικά η περιφορά του επιταφίου γύρω από το ναό.
Η προσκύνηση θα γίνει με τάξη και με τα μέτρα. Το ίδιο ισχύει και για την Σταύρωση. Ναι θα γίνουν κανονικά και το Μεγάλο Σάββατο πρωί, κανονικά όλα με τις δάφνες και ότι προβλέπεται, κανονικά και το Πάσχα όπου θα γίνει η μετάδοση του Αγίου φωτός και έξω ο καλός λόγος ως συνήθως.
Μέσα στο ναό όσοι χωράνε με τα τετραγωνικά και οδηγίες υπουργείου και έξω με καρέκλες. Εννοείται πάντοτε με μάσκες και αποστάσεις! Ναι μπορούν οι πιστοί να ακολουθούν την λιτανεία αλλά με τις αποστάσεις, κι εφόσον επιθυμούν μπορούν να περάσουν κάτω από επιτάφιο και τις εικόνες αλλά με τάξη και αποστάσεις.
Υπενθυμίζω ότι η Εκκλησια δεν μπορεί να διώχνει τους Χριστιανούς από τις Εκκλησίες παρά μόνο να τους δέχεται στην αγκαλιά της και να τους συμβουλεύει και να τους καθοδηγεί να λαμβάνουν τα μέτρα υγείας για να προστατεύουν τόσο την δική τους ζωή όσο και των άλλων!
Να τηρούμε Τα μέτρα υγείας που ανακοινώθηκαν είναι πράξη φιλανθρωπίας. Καλή Ανάσταση σε όλους!
Μετ’ ευχών πατρικών Ο Μητροπολίτης Ταμασού και Ορεινής Ησαΐας
Πραγματοποιήθηκε σήμερα σε μια σύντομη τελετή στην Μητρόπολη Ταμασού η παράδοση των συσκευών Garmin που αγοράστηκαν από την Κυπριακή Ομοσπονδία ποδηλασίας για τους παραποδηλάτες με την χορηγία του Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού .
Ο Μητροπολίτης Ταμασού αφού καλωσόρισε τον Πρόεδρο του ΚΟΑ κ. Ανδρέα Μιχαηλίδη και τον Πρόεδρο της ΚΟΠΟ κ. Γιώργο Γεωργίου ευχαρίστησε τους δύο οργανισμούς για την προσφορά τους και στάθηκε ιδιαίτερα στο παράδειγμα προς μίμηση που δίνουν οι Παραποδηλάτες προς τα παιδιά των ακαδημιών.
Ο πρόεδρος του ΚΟΑ κ. Μιχαηλίδης στον χαιρετισμό του συγχάρηκε το σωματείο του Αγίου Μνάσων για την ένταξη των παραποδηλατών στο σωματείο του .
Ο Πρόεδρος της ΚΟΠΟ κ. Γ. Γεωργίου ευχαρίστησε το σωματείο του Αγίου Μνάσων για την ένταξη των παραποδηλατών στο σωματείο του και για την αγαστή συνεργασία του σωματείου με την ΚΟΠΟ, ευχαρίστησε επίσης τον πρόεδρο του ΚΟΑ κ. Μιχαηλίδη για την άμεση ανταπόκριση στο αίτημα για συντήρηση των παραποδηλάτων και την στήριξη των αθλητών .
Ο Παραποδηλάτης Γιαννάκης Γαβριήλ εκ μέρους των παραποδηλατών ευχαρίστησε το σωματείο του Αγίου Μνάσων, την Μητρόπολη και τον ΚΟΑ, ΚΟΠΟ για την στήριξη που τους προσφέρουν για την επίτευξη των στόχων τους.
ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΠΑΝΙΕΡΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΤΑΜΑΣΟΥ ΚΑΙ ΟΡΕΙΝΗΣ κ. ΗΣΑΪΑ ΣΤΟΝ ΚΑΤΑΝΥΚΤΙΚΟ ΕΣΠΕΡΙΝΟ Α’ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ
Βρισκόμαστε στην Α’ Κυριακή των Νηστειών και καλούμαστε να οδεύσουμε το υπόλοιπο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής με άσκηση πνευματική και εκκλησιαστική ζωή.
Σήμερα η Εκκλησία μας όρισε, όπως εορτάζεται ο θρίαμβος της ορθόδοξης πίστης ενάντια στην αίρεση της Εικονομαχίας.
Πολλοί ίσως από άγνοια, άλλοι από αδιαφορία, αλλά και εμείς, οι λεγόμενοι της Εκκλησίας, προσπερνούμε το κεφάλαιο της Εικονομαχίας κάπως επιπόλαια και, πάντως, όχι με επίγνωση των πραγματικών διαστάσεων του σάλου, ο οποίος κυριολεκτικά συγκλόνισε την Εκκλησία για πάνω από 110 χρόνια.
Οι πρώτες απαρχές της κατά των εικόνων πολεμικής ξεκίνησαν δειλά, δειλά από τον Αυτοκράτορα του Βυζαντίου Λέοντα Γ’ τον Ίσαυρο. Αυτός, λόγω προσωπικών αντιλήψεων, αλλά και γιατί, ως στρατηλάτης υπηρέτησε σε περιοχές των μονοφυσιτών –και αυτό έχει σημασία και θα το εξηγήσουμε πιο κάτω-, όταν έγινε Αυτοκράτορας στην Κωνσταντινούπολη, υποκινούμενος και από άλλες τάσεις της εποχής του, προμελέτησε την «απαλλαγή» της Εκκλησίας από τον θεσμό των εικόνων.
Το 730 μ.Χ. ο Λέοντας, σε προσωπική επικοινωνία του με τον άγιο Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γερμανό, τον καλούσε, σε πρώτο στάδιο, οι εικόνες να αναρτηθούν ψηλότερα από τα τέμπλα των ναών, ώστε απλά να υπάρχουν ως διακοσμητικά στοιχεία και, πάντως, να μην προσκυνούνται από τους πιστούς.
Και τούτο, γιατί, κατά την αντίληψή του, αποτελεί αντικανονική εκκλησιαστική πράξη, αφού αποδίδεται, κατά την εξήγησή του, προσκύνημα στην ύλη, δηλαδή το ξύλο και την μπογιά της εικόνας.
Αντιδρώντας ο άγιος Πατριάρχης Γερμανός, του απάντησε: «Αδύνατόν μοι καινοτομήσαι πίστιν, ω Βασιλεύ». Ο Λέοντας εξοργίστηκε και τότε διέταξε να αφαιρέσουν την εικόνα του Χριστού από τη Χαλκή Πύλη στην Κωνσταντινούπολη, αλλά και από τους ναούς της Πόλης.
Και, στην αντίδραση ξανά του Πατριάρχη για τις βέβηλες ενέργειές του αυτές, ο Λέοντας έδωσε εντολή να απαγορευθεί στον Πατριάρχη Γερμανό να ξαναλειτουργήσει. Αντί αυτού, ο γενναίος Πατριάρχης, λαμβάνοντας τη γραπτή αυτοκρατορική απαγόρευση, το ίδιο βράδυ προέστη σε λειτουργική αγρυπνία.
Ωστόσο, μετά την εκκλησία, στρατιωτικό απόσπασμα τον οδηγούσε στην εξορία, για να πεθάνει εκεί. Και είναι χαρακτηριστικό αυτό, το οποίο διηγούνται, στην προκειμένη περίπτωση, οι χρονογράφοι, ότι, δηλαδή ο Ηγούμενος Θεοφάνης, χωρίς να γνωρίζει τα τεκταινόμενα, βγήκε έξω από τη Μονή του και θυμιάτιζε προς τον Κεράτιο Κόλπο, για να απορήσουν οι Πατέρες της Μονής και να ερωτήσουν, για ποιο σκοπό ο Ηγούμενός τους προβαίνει σε αυτή την ενέργεια. Και να τους απαντήσει, ότι κατευοδώνει τον Πατριάρχη Γερμανό, που οδηγείται στην εξορία.
Ενώ, αντίστοιχα, όντας στο πλοίο προς την εξορία ο Γερμανός, σηκώθηκε και ευλογούσε μέσα στη νύχτα, χωρίς να γνωρίζει, προς το μέρος του τον Θεοφάνη. Και, στην ερώτηση, γιατί προβαίνει σε αυτό, απάντησε, ότι ευλογεί τον Θεοφάνη, που τον κατευοδώνει.
Και αυτό ήταν φώτιση Θεού εκείνης της στιγμής και για τους δύο αγίους ανθρώπους.
Το καταγράφουμε αυτό, ακριβώς για να δείξουμε, ότι οι πρόμαχοι και οι υπερασπιστές των εικόνων ήταν άγιες της Εκκλησίας μας προσωπικότητες.
Αλλά και προς τον τότε Πάπα Λέοντα της Ρώμης –τότε η Εκκλησία ήταν ενωμένη-, ο Αυτοκράτορας Εικονομάχος Λέοντας ο Γ’ ζήτησε, απευθυνόμενος με επιστολή του προς αυτόν, να τον ακολουθήσει στον διωγμό των αγίων εικόνων, για να του απαντήσει ο άγιος εκείνος Επίσκοπος, ότι τα πολιτικά πράγματα είναι υπόθεση των Βασιλέων, ενώ τα εκκλησιαστικά είναι υπόθεση των Αρχιερέων.
Οπότε, σε γράμμα του, αντιδρώντας και απειλώντας, συνάμα ο Αυτοκράτορας, του διαμηνούσε: «Θα έλθω στη Ρώμη και θα κατατσακκίσω την εικόνα του αγίου Πέτρου και εσένα θα σε οδηγήσω δέσμιο στην Κωνσταντινούπολη».
Αναμφίβολα, αυτές ήταν οι απαρχές της Εικονομαχίας, με παρακολουθήματα, στη συνέχεια, τραγικά και για τους Εικονοφίλους, αλλά και για τον ίδιο τον θησαυρό των αγίων εικόνων.
Με τη δύναμη των όπλων και της εξουσίας, απογυμνώνονταν οι ναοί και οι Μονές από αμύθητα εικονικά θησαυρίσματα, τα οποία οι Εικονομάχοι παρέδιδαν στη φωτιά.
Ταυτόχρονα, το μένος τους στρεφόταν και κατά των ιερών κειμηλίων, όπως αγίων λειψάνων, σταυρών και άλλων ειδών εκκλησιαστικής τέχνης, τα οποία και κατέστρεφαν.
Και, δυστυχώς, σε αυτό το δαιμονικό παραλήρημα, «και αιρεσιάρχαι γεγόνασι και οι Ιεράρχαι».
Ναι. Στην εικονομαχική Σύνοδο, η οποία συγκλήθηκε στην Δρυν, μια πόλη κοντά στην Κωνσταντινούπολη, από τον τότε γιο του Λέοντα και διάδοχο του θρόνου, τον Κωνσταντίνο τον Ε΄, τον αποκαλούμενο Κοπρώνυμο, οι 337 Επίσκοποι, που συγκρότησαν τη Σύνοδο υπέγραψαν αναθέματα και πολεμική εναντίον των αγίων εικόνων και των Εικονοφίλων.
Και εδώ πρέπει να πούμε, ότι τότε οι νόμοι της Εκκλησίας συνιστούσαν και νόμους του κράτους, το οποίο σημαίνει, ότι οι παραβάτες των άθεσμων νόμων της υπό αναφορά Συνόδου ήταν, ταυτόχρονα, και παραβάτες πολιτικών νόμων, με φοβερές ποινικές συνέπειες.
Επί του προκειμένου, είναι χαρακτηριστική μια περίπτωση από τις πολλές, όπου ο διοικητής του Θέματος, δηλαδή της περιοχής της Εφέσου, ο απαίσιος Μιχαήλ Λαχανοδράκων, κάλεσε στο στάδιο της Εφέσου Εικονόφιλους Μοναχούς και Μοναχές, υπαγορεύοντάς τους να αποπτύσουν της άγιες εικόνες, διαφορετικά να αποβάλουν το μοναχικό σχήμα και να επιλέξουν ποιος θα νυμφευθεί ποιαν. Και αυτό σε Μοναχούς και Μοναχές.
Και, επειδή αυτοί αρνήθηκαν, τότε τους είχε «υποσχεθεί» να τους προσφέρει ένα δώρο έκπληξη. Και ποιο είναι αυτό; Προέβηκε στο ανοσιούργημα της βίαιης εξόρυξης των ματιών τους. Και, όπως οι τότε χρονογράφοι αναφέρουν, τους έβαλε σε πλοία και τους οδήγησε εξορία στην Κύπρο.
Σε ό,τι αφορά, μάλιστα, τους Γεροντάδες των Μονών, σε αυτούς επεφύλαξε μια άλλη αδυσώπητη έκπληξη. Και ποια ήταν αυτή;
Μας πληροφορούν οι χρονογράφοι της εποχής εκείνης: «Ήλειφε τας υπήνας αυτών κηρελαίω». Δηλαδή άλειφε με κηρέλαιο (κερί και λάδι αναμειγμένα) τα γένια τους και τους έβαζε φωτιά, οπότε και τους έκαιγε ζωντανούς.
Τα όσα διεκτραγωδεί ο Πρόεδρος της Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου, ο άγιος Ταράσιος, είναι φοβερά και συγκλονιστικά: «Πόθεν ή πώς άρξομαι διηγήσασθαι;».
«Την τρομοκρατία, τους διωγμούς, τις φυλακίσεις, τις μαστιγώσεις, το δέσιμο με αλυσίδες των ποδιών και των χεριών, τον αφανισμό των ιερών σκευών, το κάψιμο των ιερών βιβλίων, επειδή είχαν εικόνες μέσα, τους μολυσμούς των ναών και των Μοναστηριών και τη μεταποίησή τους σε κοσμικά καταγώγια… και, αντί να μελωδούνται στις Μονές αυτές ιεροί ύμνοι και παννυχίδες, οργανώνονταν πορνικά και σατανικά μελωδήματα, με γυναίκες ελευθέρων ηθών και, κοντά σε αυτά, η εξόρυξη των ματιών, η αποκοπή της μύτης και των γλωσσών, το κάψιμο ζωντανών και τη βίαιη συζυγία…» και άλλα αποτρόπαια.
Και, δυστυχώς, παρά τις αποφάσεις της Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου, η οποία έγινε το 787 μ.Χ. και παρά τη σχετική ανάπαυλα για μικρό χρονικό διάστημα, η Εικονομαχία επανήλθε, με το απαίσιο προσωπείο της, για να κορυφωθεί με τον αδίστακτο Εικονομάχο Θεόφιλο.
Αυτός, για να αναφέρουμε απλά ένα παράδειγμα, τον τότε Αρχιμανδρίτη Εικονόφιλο Μεθόδιο, και μετέπειτα Πατριάρχη, τον καταδίκασε σε φυλάκιση σε μια σπηλιά με δύο ληστές. Οπότε ο ένας εκ των δύο ληστών κάποια μέρα απέθανε. Και τον άφησε έγκλειστο να ταλαιπωρείται αβάστακτα από την κακοσμία του πτώματος.
Ωστόσο, το 843 μ.Χ. η Αγία Θεοδώρα, παρά το γεγονός, ότι ήταν σύζυγος του Εικονομάχου Θεόφιλου, μετά τον πρόωρο θάνατό του, και όντας αυτή Βασίλισσα και επίτροπος του μικρού τότε γιου τους Μιχαήλ, συνεργάστηκε και, με τη βοήθεια του Θεού, συγκρότησε Σύνοδο και, μέσα από πολλές δυσκολίες και προβλήματα, τελικά κατορθώθηκε η αναστήλωση των αγίων εικόνων.
Και από τότε καθιερώθηκε το γεγονός αυτό, ώστε να εορτάζεται την Α’ Κυριακή των Νηστειών, ως η «γενέθλιος ορθοδοξοποιός ημέρα».
Επειδή πιο πάνω αναφερθήκαμε στον πρωτεργάτη της Εικονομαχίας Λέοντα Γ’ τον Ίσαυρο και επειδή μιλήσαμε, ότι αυτός έζησε σε περιβάλλον μονοφυσιτών και από αυτό επηρεάστηκε σε ό,τι αφορά την κατασκευή και τιμητική προσκύνηση των εικόνων, θα πρέπει εδώ να δοθεί μια εξήγηση και να διασυνδεθεί πώς σχετίζεται η αίρεση του μονοφυσιτισμού με την πολεμική εναντίον των εικόνων.
Η αίρεση του μονοφυσιτισμού εμφανίστηκε τον 4ο αι. μ.Χ., με αρχηγέτη κάποιον Αρχιμανδρίτη, ονόματι Ευτυχή. Ο δυστυχής Ευτυχής δίδασκε, ότι στο πρόσωπο του Χριστού ενώθηκαν οι δύο φύσεις του, η θεϊκή και η ανθρώπινή του φύση.
Όμως, σύμφωνα με τον Ευτυχή, κατά την ένωση των δύο φύσεων, δηλαδή της θείας και της ανθρώπινης, η ανθρώπινη φύση, ως μικρή, σε σχέση με την άπειρη θεία φύση, τελικά απορροφήθηκε από τη θεία φύση και, έτσι, εξαφανίσθηκε.
Δηλαδή έπαθε, δίδασκε ο Ευτυχής, ότι παθαίνει μια σταγόνα νερού, η οποία πέφτει σε μια τεράστια θάλασσα. Έτσι ο Χριστός είχε μόνο μια φύση, τη θεϊκή, το οποίο σημαίνει, πως δεν είχε ανθρώπινη φύση. Ότι, δηλαδή, ο Χριστός φαινόταν ότι είναι άνθρωπος, χωρίς να είναι άνθρωπος.
Σ’ αυτή, όμως, την περίπτωση, η αίρεση του μονοφυσιτισμού οδηγούσε και στην Εικονομαχία. Με ποια έννοια; Αν ο Χριστός απλά φαινόταν, χωρίς και να είναι άνθρωπος, τότε εμείς, ζωγραφίζοντας το πρόσωπο του Χριστού, σημαίνει ότι παρουσιαζόταν και με την ανθρώπινη φύση.
Ταυτόχρονα, ο μονοφυσιτισμός αντλούσε την αιρετική διδασκαλία του και από την προχριστιανική αντίληψη, σε ό,τι αφορά τη σημασία και την αξία της ύλης.
Η ύλη, δηλαδή όλα τα υλικά στοιχεία, θεωρούνταν, ότι είναι προϊόντα και δημιουργήματα ενός κακού θεού και, επομένως, η ύλη δεν είναι κάτι καλό, αλλά, ως μέγεθος, είναι κάτι κακό.
Έτσι, αυτές οι αντιλήψεις, δυστυχώς, μπήκαν και στον χώρο της Εκκλησίας, οπότε και, κατά τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό, και οι μονοφυσίτες, αλλά και τα παιδιά τους οι Εικονομάχοι, θεωρούσαν την ύλη ως εκφραστή του κακού, αφού είναι προϊόν ενός κακού θεού.
Αλλά και η εικόνα είναι φτιαγμένη από ύλη. Το ξύλο, το χρώμα, είναι υλικά στοιχεία. Έτσι, προσκυνώντας την εικόνα, έλεγαν οι Εικονομάχοι, απονέμουμε ασπασμό και σεβασμό στην ύλη, η οποία εκπροσωπεί το κακό και, ουσιαστικά, τον διάβολο, γιατί ο διάβολος είναι η πηγή και ο δημιουργός του κακού. Εκεί έφτασαν οι Εικονομάχοι.
Έτσι με απλά λόγια εξηγείται το φαινόμενο της Εικονομαχίας.
Ωστόσο, υπέρμαχος της ορθόδοξης πίστης αναδείχθηκε ο κορυφαίος Πατέρας της Εκκλησίας μας άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, με τους τρεις συγκλονιστικούς λόγους του, τους οποίους επιγράφει «Προς τους διαβάλλοντας τας αγίας εικόνας», για να συνοψίσει και να πει ο Άγιος: «Κακίζεις την ύλη (θεωρείς κακή την ύλη) και άτιμον αυτήν αποκαλείς (και την αποκαλείς ότι είναι ανάξια τιμής και σεβασμού);
Ωστόσο, εγώ σέβω την ύλη (απονέμω σε αυτήν σεβασμό) και δι’ αιδούς (και τρέφω αισθήματα υποχρέωσης προς την ύλη)». Και αυτό γιατί; Και απαντά ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός: «Διότι δι’ αυτής της ύλης η σωτηρία μου είργασται».
Ω, τι φοβερός, αλλά και αληθής είναι ο λόγος και ο συλλογισμός αυτός του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού!
Ο πρύτανης αυτός θεολόγος και Πατέρας της Εκκλησίας μας, μέσα σε λίγες λέξεις, συνοψίζει και επεξηγεί την ποιότητα, το μεγαλείο, αλλά και τον σκοπό της ύλης, ότι, δηλαδή, η ύλη αποτελεί το καλύτερο εργαλείο στα χέρια του Θεού, για να σώσει τον αμαρτωλό άνθρωπο.
Για να κορυφώσει τον συλλογισμό του αυτό ο Δαμασκηνός και να πει, ότι ακόμη και το Μυστήριο των Μυστηρίων, η Θεία Ευχαριστία, τελεσιουργείται και γίνεται Σώμα και Αίμα Χριστού, για να προσφέρει σε εμάς τη σωτηρία μας.
Αλλά και η εικόνα είναι αποτύπωση μιας πραγματικότητας. Αποτελεί έκφραση και παιδαγωγό προς την αγιότητα των μελών της Εκκλησίας.
Ωστόσο, και η εικόνα, ως υλικό στοιχείο, είναι ταυτόχρονα επιδεκτική και αποδεκτική, αλλά και μεταδοτική της χάριτος και της επισκέψεως σε αυτή του Αγίου Πνεύματος. Ναι.
Προσκυνώντας την εικόνα, πέρα από τον σεβασμό προς το πρόσωπο, που εικονίζει και τη φωνή, που μας απευθύνει να μιμηθούμε το εικονιζόμενο πρόσωπο, ταυτόχρονα η εικόνα αποβαίνει και εργαλείο μετάδοσης σε εμάς της χάρης του Θεού.
Πόσες εικόνες είναι κειμήλια και θησαυρίσματα χάριτος! Και, επί του προκειμένου, η εικόνα η Ελεούσα του Κύκκου, της δικής μου Μονής, δεν είναι χαριτόβρυτη;
Μπορεί, επομένως, να πολεμήθηκε η Εκκλησία για τις εικόνες της πάνω από 110 χρόνια.
Ωστόσο, οι εικόνες θριάμβευσαν και παραμένουν μέσα στους ναούς μας και λειτουργούν ως εκφραστικά όργανα και εργαλεία της αγιότητας και μας μεταδίδουν τη χάρη του Θεού και, ταυτόχρονα, επιτελούν και κάτι το πολυσήμαντο.
Ποιο είναι αυτό; Μας απευθύνουν την πρόσκληση, ότι και εμείς μπορούμε να γίνουμε όπως τα εικονιζόμενα πρόσωπα, οι Άγιοι της Εκκλησίας μας, και ότι κι εμείς έχουμε και μας ανήκει μια θέση κοντά τους.
Αυτό, λοιπόν, το γεγονός γιορτάζουμε σήμερα, Α’ Κυριακή των Νηστειών, Κυριακή της Ορθοδοξίας.
Μια συνέντευξη εφ΄ όλης της ύλης παραχώρησε στο Πρακτορείο Εκκλησιαστικών Ειδήσεων Romfea.gr, ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Ταμασού και Ορεινής κ. Ησαϊας.
Ο Πανιερώτατος απαντά, χωρίς περιστροφές, για τις σχέσεις του με το Πατριαρχείο Μόσχας και τις αντιδράσεις του στο «Ουκρανικό Ζήτημα».
Επίσης, ποια η στάση του απέναντι στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, το Πατριαρχείο Μόσχας και τη Δύση και πώς ερμηνεύει τη συμπεριφορά του Αρχιεπισκόπου Κύπρου.
Τέλος, ο κ. Ησαϊας απαντά για το ποια θεωρεί, ότι είναι η λύση του «Ουκρανικού» και πώς πιστεύει ότι θα φτάσουμε εκεί.
Η συνέντευξη στον Αιμίλιο Πολυγένη
Πανιερώτατε, είστε ο μόνος ρωσόφωνος Αρχιερέας της Εκκλησίας της Κύπρου, με πολύχρονες θεολογικές σπουδές και εκκλησιαστική διακονία στη Ρωσία. Γιατί σπουδάσατε στη Ρωσία και όχι στην Ελλάδα, όπως όλοι οι υπόλοιποι Αρχιερείς της Εκκλησίας της Κύπρου;
Σπούδασα και στη Ρωσία, αλλά και στην Ελλάδα και τις ΗΠΑ. Είναι, όμως, αλήθεια, ότι από το 1993 έχω μια έντονη ακαδημαϊκή και ιεραποστολική σχέση με τη Ρωσία, που θα την χαρακτήριζα ως την «ατζέντα υπακοής», που μου καθόρισε ο τότε Ηγούμενός μου και νυν Μητροπολίτης Κύκκου και Τηλλυρίας κ. Νικηφόρος και ο αείμνηστος Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Χρυσόστομος ο Α΄.
Αυτοί αποφάσισαν να πάω στη Ρωσία και μου ανέθεσαν ειδικά καθήκοντα. Η απόφασή τους λήφθηκε, μετά την ειρηνική επίσκεψη στην Κύπρο του τότε νεοεκλεγέντος Πατριάρχη Μόσχας Αλεξίου του Β΄, ο οποίος και τους παρότρυνε να ξεκινήσουν τις πρώτες ανταλλαγές φοιτητών, εφόσον, μέχρι τότε, η Θεολογική Ακαδημία Μόσχας ήταν κλειστή για εξωτερικούς φοιτητές, λόγω του κομμουνισμού στην πρώην Σοβιετική Ένωση.
Η ατζέντα, που μου καθόρισε η Εκκλησία, πριν φύγω για τη Μόσχα, ήταν αρκετά πλούσια και μεγάλη σε εύρος, γι’ αυτό, ειλικρινά, όταν μου την παρουσίασαν φοβήθηκα λίγο για την ευθύνη που αναλάμβανα.
Πρώτος στόχος, που μου ετέθη ήταν η εκμάθηση της ρωσικής γλώσσας, για να μπορέσω να διεκπεραιώσω τις θεολογικές μου σπουδές, ακολούθως, η εις βάθος μελέτη της ρωσικής εκκλησιαστικής ιστορίας, του ρωσικού τρόπου ζωής και πολιτισμού και, ταυτόχρονα, η γνωριμία με τον ανώτερο και κατώτερο ρωσικό κλήρο και η συνεργασία μαζί τους· εξυπηρέτηση και ενδυνάμωση των διεκκλησιαστικών μας σχέσεων, η καλλιέργεια γνωριμιών σε όλο το φάσμα της ρωσικής Ιεραρχίας με την κυπριακή, μέσω ανταλλαγής επισκέψεων, και η έναρξη συνεργασιών στον θρησκευτικό, πολιτιστικό και ανθρωπιστικό τομέα και, στη συνέχεια, η κατάστρωση, ο προγραμματισμός και η εκπόνηση στρατηγικού σχεδίου για τον θρησκευτικό τουρισμό μεταξύ των χωρών μας.
Όλα αυτά, λάμβαναν χώρα, με παράλληλη ενημέρωση σε πανρωσικό επίπεδο Χριστιανών και μη για τον εν Κύπρω φυσικό, θρησκευτικό και πολιτισμικό μας θησαυρό, την καταστροφή του στα κατεχόμενα και, γενικότερα, την ενημέρωση για το εθνικό πρόβλημα της Κύπρου.
Με την επιστροφή μου στην Κύπρο και με την ευλογία του Ηγουμένου μου και νυν Μητροπολίτη Κύκκου και Τηλλυρίας Νικηφόρου, ο Αρχιεπίσκοπος μού ανέθεσε την φροντίδα των εν Λευκωσία ρωσοφώνων Ορθοδόξων και με παρότρυνε στη υποστήριξη όλων των Μητροπόλεων, που είχαν διάφορα θέματα μαζί τους.
Μάλιστα, για αρκετά χρόνια ήμουν και επίσημα διορισμένος, ως ο εξομολόγος και πνευματικός των ρωσοφώνων τροφίμων των Κεντρικών Φυλάκων, που ολοένα και πλήθαιναν.
Αυτά όλα τα προσπάθησα με πολλές δράσεις και ακόμη επιτυχώς τα υπηρετώ πιστά σε πολλούς τομείς εδώ και 28 χρόνια.
Η σχέση, που αποκτήσατε με τη ρωσική Εκκλησία και πολιτισμό πώς επηρέασε την κρίση σας στο «Ουκρανικό Ζήτημα» και πώς εξηγείτε αυτή τη στάση σας απέναντι στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, που, παρόλη τη διαφωνία σας, έντονα δηλώνετε σε διάφορες κατά καιρούς τοποθετήσεις σας, ότι το σέβεστε και το τιμάτε;
Όσον αφορά στο θέμα της σχισματικής Εκκλησίας της Ουκρανίας, μπορώ να πω με βεβαιότητα, ότι, μετά από πολύχρονη μελέτη της ιστορίας και πολιτισμού των Εκκλησιών μας, αυτό άπτεται και των προβληματικών σχέσεων του Οικουμενικού Πατριαρχείου με το Πατριαρχείο Μόσχας.
Το πρόβλημα αυτό πάντοτε υπήρχε, διότι, μετά την πτώση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, οι εκάστοτε ηγεσίες του Οικουμενικού Πατριαρχείου, βάσει των εμπειριών τους, δρούσαν με την επιφύλαξη, ότι η Ρωσική Αυτοκρατορία, ή, αργότερα, η Σοβιετική Ένωση και σήμερα η Ρωσική Ομοσπονδία, προωθούσαν την αντικατάσταση του πρωτείου του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Ορθοδοξία με μια πρωτοκαθεδρία του Πατριαρχείου Μόσχας.
Οι περιπετειώδεις αυτές σχέσεις ξεκίνησαν με την αντίληψη περί «τρίτης Ρώμης» και εντοπίζονται ήδη από τον 15ο αιώνα διάσπαρτες μέσα στην εκκλησιαστική μας ιστορία, άλλοτε σε έξαρση και άλλοτε σε ύφεση.
Σε περίπτωση, που οι υποψίες αυτές αποδεικνύονταν βάσιμες, αυτό θα ήταν καταστροφικό για το Οικουμενικό Πατριαρχείο, διότι, πλέον, θα έχανε ιστορικά προνόμια, που του προσέδιδαν αίγλη και τιμή, αλλά και διεθνή αναγνώριση και επιρροή στις Ορθόδοξες Εκκλησίες, καθιστώντας το, έτσι, λιγότερο χρήσιμο στη Δύση, άρα και πιο εύκολο για τους Τούρκους να διαλύσουν το Πατριαρχείο στην Τουρκία και αυτό να προσφυγοποιηθεί κάπου στον απόδημο Ελληνισμό.
Αυτό σταδιακά δημιούργησε μια κοινή πλατφόρμα συμφερόντων για κοινούς, αλλά και διαφορετικούς λόγους μεταξύ δυτικών Κυβερνήσεων και Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Η πλατφόρμα αυτή ευνοείται περισσότερο στην Αμερική και Ευρώπη, λόγω του απόδημου Ελληνισμού, ιδίως μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, όπου και βρίσκεται το μεγαλύτερο και πιο εύπορο ποίμνιο, άρα και οι χρηματοδοτήσεις και διασυνδέσεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Η συνεργασία αυτή ευνοήθηκε φυσιολογικά επί αθεϊστικού καθεστώτος της Σοβιετικής Ένωσης, οπόταν το Οικουμενικό Πατριαρχείο, με την επιρροή του σε όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες, εθεωρείτο πλέον, ότι αποτελούσε για τις ΗΠΑ, αλλά και για όλο τον υπόλοιπο Δυτικό κόσμο, ένα είδος αντίβαρου για τον σοβιετικό κομμουνιστικό, πολιτικό και θρησκευτικό γεωστρατηγικό επεκτατισμό εκεί, όπου ζούσαν Ορθόδοξοι Χριστιανοί.
Αυτό το γεγονός μετέτρεψε αυτόματα πια μια θρησκευτική διαφορά σε γεωστρατηγική θρησκευτικού χαρακτήρα διένεξη, εφόσον πάντοτε οι δυτικοί θεωρούσαν το Πατριαρχείο Μόσχας ως σοβαρό όχημα της ρωσικής διπλωματίας στο εξωτερικό.
Όντως, το Πατριαρχείο Μόσχας, ευρισκόμενο υπό ομηρεία και διωγμό στα χέρια των Σοβιετικών, ήταν εύκολο να εργαλειοποιηθεί για λόγους εξωτερικής διπλωματίας από αυτούς, παρόλο που οι κομμουνιστές υπερηφανευόντουσαν, ότι αποτελούσε το «όπιον» του σοβιετικού λαού και διακαής πόθος τους ήταν να το διαλύσουν.
Αν και τα πράγματα με την περεστρόικα έχουν αλλάξει άρδην, η επιφυλακτική, μέχρι και εχθρική, πολλές φορές, αντιμετώπιση του Πατριαρχείου Μόσχας από τη Δύση δεν άλλαξε.
Όπως μου εξήγησαν Καθηγητές φίλα προσκείμενοι προς τον Οικουμενικό Θρόνο, στο μυαλό και τα συμφέροντα των δυτικών, την ανταγωνιστική θέση τώρα κατέχει γι’ αυτούς η Ρωσική Ομοσπονδία, τόσο λόγω της επεκτατικής πολιτικής της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, αρχικά, όσο και, στη συνέχεια, του κομμουνισμού και της Σοβιετικής Ένωσης.
Στις μέρες μας, στη Ρωσική Ομοσπονδία ενσαρκώνεται αυτός ο ανταγωνισμός στο πρόσωπο του νυν Προέδρου της Βλαδίμηρου Πούτιν.
Εύκολα, συνεπώς, συμπεραίνεται, ότι για τη Δύση, οτιδήποτε εξωραΐζει την εικόνα του κ. Πούτιν και τον κάνει πιο ελκυστικό, άρα και πιο ανταγωνιστικό στη διεθνή αρένα συμφερόντων, πρέπει να δαιμονοποιηθεί και να απαξιωθεί προς όφελος των ανταγωνιστών του. Και στο σημείο αυτό είναι που μας εμπλέκουν και εμάς, ως Ορθόδοξους.
Σε μεγάλο βαθμό θυματοποιείται σήμερα το Πατριαρχείο Μόσχας, εφόσον οι Δυτικοί θεωρούν, ότι ο Πρόεδρος Πούτιν χρησιμοποιεί την Ορθόδοξη πίστη του, μέσω του Πατριαρχείου Μόσχας, για να τους ανταγωνιστεί στις Ορθόδοξες χώρες. Αποτελεί, λοιπόν, και τότε, αλλά και σήμερα ένα καθαρά πολιτικό θέμα βασικών γεωστρατηγικών στόχων της Δύσης, απέναντι στην ανταγωνιστική γι’ αυτούς Ρωσία.
Με αυτά τα δεδομένα, δεν μπορεί κάποιος να συμφωνήσει ή να διαφωνήσει. Είναι οι πραγματικότητες της σύγχρονης γεωπολιτικής σκακιέρας, στις οποίες, αναπόφευκτα εμπλέκονται και οι Εκκλησίες.
Εμείς τώρα, ως Ορθοδοξία, καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε, μέσα σ’ αυτή την κατάσταση το «αν δεν είσαι μαζί μου, τότε είσαι εναντίον μου», τις λεπτές ισορροπίες μεταξύ των εμπλεκομένων με τις μικρότερες απώλειες για την Εκκλησία μας.
Τα διεθνή συμφέροντα αντιλαμβάνονται και προωθούν τον Οικουμενικό Πατριάρχη ως τον Αρχηγό όλων των Ορθοδόξων θρησκευτικών Προκαθημένων, τον οποίο όλοι οφείλουν να ακολουθούν, ακόμη και οι Ρώσοι.
Ανεξάρτητα από το πώς εκκλησιαστικά χειρίζεται το Φανάρι αυτή την κατάσταση, οι Δυτικοί, σύμφωνα και με πρόσφατες δηλώσεις τους, επενδύουν στην επιβολή του Οικουμενικού Πατριάρχη, ως παγκόσμιου Αρχηγού των Ορθοδόξων.
Οι ανταγωνιστές της Ρωσίας εξυπηρετούν, με τις καλές σχέσεις μαζί του, την επίτευξη των πολιτικών τους στόχων σε παγκόσμιο επίπεδο, ικανοποιώντας, ταυτόχρονα, και τη δυτική θεώρηση της ύπαρξης ενός πνευματικού αρχηγού για όλους τους Χριστιανούς της Δύσης, άρα και ενός για την Ανατολή.
Για να είμαστε δίκαιοι, το Οικουμενικό Πατριαρχείο ουδέποτε δημόσια υπεστήριξε κάτι τέτοιο ή άφησε να νοηθεί, ότι το αποδέχεται. Μάλιστα, σε πρόσφατες δηλώσεις του, ο Οικουμενικός Πατριάρχης δήλωσε, ότι, επειδή ορισμένες δυνάμεις συμφωνούν μαζί του σε ορισμένα θέματα και, συγκεκριμένα, στο Ουκρανικό Ζήτημα, αυτό δεν σημαίνει, ότι και τον επηρεάζουν.
Τώρα, πώς τα κρίνω εγώ όλα αυτά ως Επίσκοπος της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Κύπρου;
Καμία ένσταση δεν φέρω, τόσο η Δύση, όσο και η Ανατολή να στηρίζουν το Οικουμενικό Πατριαρχείο και, έτσι, αυτό να μπορεί να επιβιώνει μέσα στην Τουρκία.
Αυτό κάθε Έλληνας, αλλά και κάθε ορθόδοξος θα έπρεπε να το ποθεί και να το επιδιώκει. Επίσης καμία ένσταση δεν φέρω, στο να υποστηρίξουμε τους διεθνείς θεσμούς, που ασχολούνται με τις θρησκευτικές ελευθερίες, όπου, βέβαια, αυτές παραβιάζονται, και, επίσης, καμία ένσταση στο να συνεργαστούμε, όχι μόνο με τις ΗΠΑ, αλλά και με την Ευρώπη και την Ανατολή, στην εμπέδωση των θρησκευτικών δικαιωμάτων.
Θεωρώ, μάλιστα, αναγκαίο να συνεργαστούμε και με τις ΗΠΑ και την Ευρώπη, στην οποία ανήκουμε και ως κράτος, όχι μόνο στο πεδίο αυτό, αλλά, συνάμα, και σε άλλους τομείς, όπως τα ανθρώπινα δικαιώματα, τις τέχνες, τον πολιτισμό και τις επιστήμες, όπου και οι ΗΠΑ και η Ευρώπη έχουν πολλά να προσφέρουν και να μοιραστούν με την υπόλοιπη οικουμένη.
Δηλαδή, πιστεύετε, ότι οι ΗΠΑ και η Ευρώπη, παράλληλα με τα συμφέροντά τους, μπορούν να προσφέρουν κάτι χρήσιμο για τα θρησκευτικά δικαιώματα και, γενικότερα, τα ανθρώπινα δικαιώματα, τα οποία εξυπηρετούν και την ποιμαντική της Εκκλησίας μας;
Σίγουρα μπορούν, εφόσον το κάνουν σωστά, σεβόμενοι την Ιστορία, την Παράδοση και τη Θεολογία μας.
Η Ορθοδοξία συνεργάστηκε εποικοδομητικά και συνεργάζεται ακόμη σε πολλούς τομείς με τη Δύση και δεν υπάρχει λόγος αυτό να μην συνεχιστεί.
Οφείλω δε εδώ να τονίσω, ότι ο βασικός τομέας της ποιμαντικής μου διακονίας εμπλουτίστηκε σημαντικά από την επιμορφωτική μου κατάρτιση στις ΗΠΑ σε τέσσερα Πανεπιστήμια, στα πλαίσια ενός προγράμματος, που προσέφερε στη Μονή Κύκκου η Αμερικανική Πρεσβεία αρχές του 2000.
Εκεί, μέσα από ένα πρόγραμμα για θρησκευτικούς ανθρωπιστικούς οργανισμούς του τότε Προέδρου κ. Τζορτζ Μπους, ως υπεύθυνος του ανθρωπιστικού και ιεραποστολικού Τμήματος της Μονής Κύκκου, επιμορφώθηκα στους σύγχρονους τρόπους κοινωνικής πρόνοιας, που θα μπορούσαν να επιτελέσουν θρησκευτικοί οργανισμοί, μέσα από τον πολιτισμό και τις παραδόσεις τους. Χρησιμοποίησα αυτές τις γνώσεις σε πολλές περιπτώσεις.
Ίσως πολλοί να θυμούνται την ανθρωπιστική μου δράση στις πέντε Ηπείρους για πάνω από 15 χρόνια, όπου, εκπροσωπώντας όχι μόνο την Ιερά Μονή Κύκκου, αλλά και την Κύπρο σε τρεις, τουλάχιστον, περιπτώσεις (Ιράκ – Σρι Λάνκα (Τσουνάμι) και Λίβανο), μετέφερα ανθρωπιστική βοήθεια και επεξεργαζόμουν και υλοποιούσα προγράμματα διαρκούς στήριξης σε εμπερίστατες χώρες, σε συνεργασία και με τους Ιατρούς του Κόσμου, που τότε συντόνιζε στην Κύπρο η Δρ Ελένη Θεοχάρους.
Πολλά από αυτά, που έμαθα τότε, τα χρησιμοποιώ και σήμερα με επιτυχία στη Μητρόπολή μου, μέσα, βέβαια, από τη δική μου Ορθόδοξη Θεολογία. Ένα παράδειγμα αποτελεί και η ίδρυση και λειτουργία του Ιδρύματος Κοινωνικής Υπηρεσίας Κοινωνικής Αλληλεγγύης Ταμασού (ΚΥΚΑΤ), που εισήγαγε με επαγγελματικό τρόπο στην Κύπρο τον θεσμό των Κοινωνικών Παντοπωλείων και άλλων υπηρεσιών ανθρωπιστικής και ψυχικής στήριξης εκ μέρους της Εκκλησίας.
Ένας άλλος χώρος, όπου εφαρμόζω γνώσεις, που απέκτησα στο εξωτερικό, είναι και το ΚΕΝΘΕΑ, το οποίο ασχολείται με την παροχή υπηρεσιών στον τομέα της ψυχικής υγείας και της αντιμετώπισης των εξαρτήσεων στην Κύπρο.
Ποια, τότε, είναι η διαφωνία σας με τη στήριξη των Δυτικών στη σχισματική Ουκρανική Εκκλησία και, κατ’ επέκταση, με το Οικουμενικό Πατριαρχείο;
Η μοναδική ένσταση και παρεξήγηση σε αυτή την πολιτική της Δύσης είναι, ότι συγχύσαμε την Ιστορία και Θεολογία της Ορθοδόξου Εκκλησίας με την εξωτερική πολιτική των κρατών, με αποτέλεσμα το μέλλον για την ορθόδοξη ενότητα να διακυβεύεται σοβαρά.
Όπως γνωρίζετε, στη διεθνή διπλωματία δεν επικρατούν οι φιλίες, αλλά τα συμφέροντα.
Στην Εκκλησία, εν τούτοις, η αλήθεια του Ευαγγελίου, οι Ιεροί μας Κανόνες και Παράδοση είναι μονόδρομος, όσο και αν μας φέρνουν, καμιά φορά, σε αντιπαράθεση ακόμη και με τις εθνικές μας κυβερνήσεις, όπως συχνά συμβαίνει στον τομέα της κρατικής Νομοθεσίας.
Η εκ μέρους της Δύσης, επιλεκτική και μεροληπτική στάση, αλλά και η εκκωφαντική σιωπή και παραγνώριση των θρησκευτικών δικαιωμάτων των 13 εκατομμυρίων Ουκρανών Ορθοδόξων, που δεν επιθυμούν διακοπή των σχέσεών τους με τη Μητέρα τους (όπως αυτοί θεωρούν) Εκκλησία της Ρωσίας, η επιλεκτική αδιαφορία για τις παράλογες συμπεριφορές του αυτοαποκαλούμενου «Πατριάρχη Κιέβου» Φιλαρέτου, ο οποίος έκανε ξανά δική του «εκκλησία» και αποκαλεί σήμερα τον Οικουμενικό Πατριάρχη προδότη της συμφωνίας για ενότητα και αυτοκεφαλία της Ουκρανικής Εκκλησίας, ακόμη δε και οι τελευταίες επικίνδυνες δηλώσεις του «Κιέβου Επιφανίου», που αναγνώρισε το Οικουμενικό Πατριαρχείο, είναι άκρως ανησυχητικά.
Οι δηλώσεις του Επιφανίου, σε ελεύθερη μετάφραση δια γυμνού οφθαλμού, προδιαγράφουν, ότι όλες οι Εκκλησίες, των οποίων οι χώρες ανήκουν στη δυτική σφαίρα επιρροής ή διεκδικούν να έχουν καλές σχέσεις και συμμαχίες με τη Δύση, θα τον αναγνωρίσουν.
Και πώς θα γίνει αυτό; Διαιρώντας τις Συνόδους των τοπικών Εκκλησιών σε ρωσόφιλους και φιλοοικουμενικούς και, έτσι, με την πολιτική τού «διαίρει και βασίλευε», δια πολιτικών πιέσεων, τελικά όλοι θα αναγνωρίσουν τη «σχηματική εκκλησία της Ουκρανίας».
Όλα αυτά, που δηλώνονται, υπονοούνται και προωθούνται, προδιαγράφουν μια τραγική εικόνα για το μέλλον της ενότητας της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Όσον αφορά στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, ειλικρινά δεν πιστεύω, ότι αυτή η διαίρεση είναι ο στόχος, αλλά, θεωρώ, ότι, από τη μια, στην προσπάθειά του να αντιδράσει με τους Ρώσους, ενεπλάκη με ανθρώπους, οι οποίοι έχουν άλλες ατζέντες συμφερόντων.
Από την άλλη, είμαι σίγουρος, ότι ο Επιφάνιος «Κιέβου», ο οποίος τώρα θέλει να γίνει και Πατριαρχείο, θα εκμεταλλευτεί αυτή την κατάσταση και θα την προωθήσει για ιδιοτελείς σκοπούς.
Προ αυτού του κινδύνου της διαίρεσης, πρέπει όλοι στην Ορθοδοξία, ανεξάρτητα από τα πολιτικά και γεωστρατηγικά συμφέροντα των χωρών μας, να θυμηθούμε, ότι πρώτα είμαστε Χριστιανοί Ορθόδοξοι και μετά οτιδήποτε άλλο.
Ο εθνοφυλετισμός, τον οποίο ανακηρύξαμε ως αίρεση, για πολιτικές σκοπιμότητες προωθείται έντονα από ορισμένα εξωεκκλησιαστικά κέντρα αποφάσεων.
Τελικά, ενώπιον αυτού του συρφετού διεθνών διαπλεκόμενων συμφερόντων, πρέπει να αναλογιστούμε, ότι η ανεξαρτησία και αυτοκεφαλία στις Ορθόδοξες Εκκλησίες ανεξαρτήτων κρατών δεν αποφασίζεται από μία μόνο Εκκλησία, αλλά από την Πανορθόδοξη Σύνοδο των Εκκλησιών μας.
Προτείνεται, μέσω διαδικασιών από την υπάρχουσα Ορθόδοξη Εκκλησία του κράτους, στη Μητέρα Εκκλησία, στην οποία υπάγεται, και, ακολούθως, το σύνολο των Εκκλησιών αποφασίζει και, συνεπώς, το Οικουμενικό Πατριαρχείο, εξουσιοδοτημένο από τη Σύνοδο των Ορθοδόξων Εκκλησιών, μέσω των προνομίων που κατέχει, αναλαμβάνει, ως πρώτη τη τάξει Εκκλησία, μεταξύ ίσων Εκκλησιών, την εφαρμογή της απόφασης.
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο θεωρεί, ότι βρίσκεται εν δικαίω στο Ουκρανικό Ζήτημα, ανεξάρτητα αν οι αποφάσεις του συγκυριακά εξυπηρέτησαν και τον δυτικό κόσμο.
Ωραία όλα αυτά και λογικές οι ερμηνείες, αλλά πού πάνε τα ιστορικά δικαιώματα του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ως πρώτου τη τάξει της Ορθοδοξίας; Δεν έχει ένα αρχηγικό ρόλο, για να συντονίζει με υπευθυνότητα όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες;
Το πρωτείο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, το οποίο όλοι τιμούμε και σεβόμαστε, είναι πρωτείο διακονίας και όχι εξουσίας.
Εξ ου και δεν εξουσιάζει τις υπόλοιπες Εκκλησίες, αλλά τις διακονεί, μέσω ενός συντονιστικού και αδιαμφισβήτητα ιστορικού και θεολογικού ρόλου, που του έδωσε η Ορθοδοξία.
Αυτά που ακούμε, για «πρώτο άνευ ίσων», μας προβληματίζουν και εύχομαι να είναι απλώς ακαδημαϊκές προσεγγίσεις, που έχουν θεολογικά παρερμηνευτεί και όχι πεποιθήσεις εξουσίας.
Μέσα σε αυτή την αγωνία της διαχείρισης των γεωπολιτικών και θρησκευτικών θεμάτων, πρέπει να ενθυμηθούμε αυτά που μας ενώνουν πνευματικά και ιστορικά με του Σλάβους.
Δεν πρέπει να λησμονούμε την κοινή πνευματική μας ιστορία και πολιτισμικούς δεσμούς με τους Ορθόδοξους Σλάβους.
Δεν πρέπει, επίσης, να λησμονούμε το γεγονός, ότι το Πατριαρχείο Μόσχας σφαγιάστηκε από τους Σοβιετικούς και σήμερα έχουμε εκατοντάδες χιλιάδες Μάρτυρες, που τιμώνται σε όλη την Ορθοδοξία.
Άρα, ουσιαστικά, ως μαρτυρική Εκκλησία, το Πατριαρχείο Μόσχας, και, χωρίς να διαθέτει μηχανισμούς επιβολής πολιτικών και στρατιωτικών στόχων, ποτέ δεν αποτελούσε πραγματικό κίνδυνο για τις Ορθόδοξες Εκκλησίες και λαούς.
Στην πραγματικότητα τις εμβολίασε πνευματικά με εκατόμβες Αγίων, Οσίων, Ασκητών, θεολόγων και Μαρτύρων.
Θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί, ότι άλλο η ιστορία και άλλο οι πολιτικές των θεσμών. Αυτό με βρίσκει σύμφωνο μεν, αλλά αυτοί οι θεσμοί εκπροσωπούν τους λαούς και με αυτούς πρέπει να βρούμε τρόπους συνεργασίας και όχι διαζυγίου.
Τα 13 εκατομμύρια Ορθοδόξων της ανεξάρτητης και αυτόνομης Ουκρανικής Εκκλησίας του Μητροπολίτη Ονουφρίου, οι 110 Αρχιερείς, τα 250 Μοναστήρια, οι πέντε χιλιάδες Μοναχοί και τα δεκάδες ανώτερα και ανώτατα εκκλησιαστικά ιδρύματα της τοπικής αυτής Εκκλησίας αποτελούν μάρτυρες μιας Βυζαντινά εμβολιασμένης σημαντικής Σλαβικής, θρησκευτικής και ιστορικής κληρονομιάς, που έπεσε και αυτή θύμα της θηριωδίας του πρώην σοβιετικού καθεστώτος και, σαν να μην τους έφτανε αυτό, σήμερα υποφέρουν από τις βιαιότητες των «ορθόδοξων εθνικιστών», που διεκδικούν να τους υποτάξουν.
Θα πρέπει να σημειωθεί, ότι η αντίδρασή μας στο Ουκρανικό είναι και μια μορφή δήλωσης σεβασμού της Ορθόδοξης Σλαβικής ιστορίας και παράδοσης, αλλά και της επιθυμίας μας, για να συνεχίσουμε τις μεταξύ μας αδελφικές σχέσεις και συνεργασίες. Βέβαια και το Πατριαρχείο Μόσχας πρέπει να μάθει από τα λάθη του παρελθόντος, το ίδιο και εμείς.
Θεολογικά ομιλούντες, θεωρούμε, ότι τίποτα από τα προβλεπόμενα δεν τηρήθηκε στο Ουκρανικό Ζήτημα, όπως λεπτομερώς αναφέρει στο βιβλίο του ο Μητροπολίτης Κύκκου και Γέροντάς μου κ. Νικηφόρος, το οποίο πρόσφατα κυκλοφόρησε, και γι’ αυτό, ακριβώς, και αντιδράσαμε.
Η αντίδραση, σαφώς, δεν είναι εναντίον του προσώπου του Οικουμενικού Πατριάρχη. Ούτε και θέλουμε να αντιπολιτευθούμε στην πολιτική της Δύσης, αλλά και καμιάς άλλης δημοκρατικής χώρας, που επιθυμεί την παγκόσμια ειρήνη και τηρεί δίκαια και ισόνομα τους νόμους της ηθικής και του σεβασμού των θρησκευτικών παραδόσεων των κατά τόπους Εκκλησιών.
Το αυτοκέφαλο και η ανεξαρτησία των Ορθοδόξων Εκκλησιών εδράζονται, ακριβώς, στην τήρηση των Κανόνων του σύνολου Οικουμενικού Συνοδικού Συστήματος, διαφορετικά, όποιος διαταράξει αυτή την ισορροπία, για οποιονδήποτε λόγο, τότε παρεμβαίνει, αυτόματα, και στη θρησκευτική ελευθερία και ενότητα των Εκκλησιών μας. Αυτό το μήνυμα στέλνουν οι Ορθόδοξες Εκκλησίες, που αρνούνται να αναγνωρίσουν, μέχρι στιγμής, την «Ουκρανική σχισματική εκκλησία».
Γι’ αυτή τη θρησκευτική ελευθερία και ενότητα ως Εκκλησία της Κύπρου τηρήσαμε και εμείς, σοφά, ουδετερότητα στο συγκεκριμένο θέμα.
Με την ουδετερότητα, θέλαμε να δώσουμε την ευκαιρία να συνέλθει το σώμα των Ορθοδόξων Εκκλησιών, για να αποφασίσει τελεσίδικα και, έτσι, να διασωθεί η πραγματική ελευθερία μας από πολιτικές επιρροές και η ενότητά μεταξύ των Εκκλησιών μας.
Όλα αυτά αναγράφονται στην απόφαση της Ιεράς μας Συνόδου (ημερ. 28.2.2019), η οποία είχε αποφασίσει ξεκάθαρα για μια δημιουργική ουδετερότητα στο θέμα.
Σας κατηγορούν, ότι η θέση ουδετερότητας, που στηρίζετε, είναι, ουσιαστικά, στάση υπέρ του Πατριαρχείου Μόσχας. Πώς το σχολιάζετε αυτό;
Η κατηγορία, ότι η ουδετερότητα, που στηρίζουμε, οφείλεται στον επηρεασμό μας από το Πατριαρχείο Μόσχας, γιατί κτίσαμε Σλαβικής αρχιτεκτονικής παράδοσης ναό για τις θρησκευτικές ανάγκες των ρωσοφώνων της Κύπρου ή, γιατί μια φορά στη ζωή μας (ωσάν να είναι έγκλημα η ορθόδοξη παράδοση ενός λαού) σε μια τελετή εγκαινίων του ναού, φορέσαμε ρωσικού τύπου μανδύα και επανοκαλύμαυχο ή, γιατί ενδιαφερόμαστε για το ρωσόφωνό μας ποίμνιο και τους επιτρέπουμε να χρηματοδοτούν τις θρησκευτικές και πολιτιστικές δραστηριότητές τους, όλα αυτά είναι από μόνα τους κακεντρέχειες και εξυπηρετούν σκοπιμότητες.
Είναι τοις πάσι γνωστό, ότι οι Κυπριακής ιθαγένειας εύποροι απόδημοι Ρώσοι, που ενίοτε στηρίζουν οικονομικά τον θρησκευτικό πολιτισμό τους στο νησί, μέσω πολλών δραστηριοτήτων, δεν δίνουν χρήματα σε μας, αλλά στηρίζουν απευθείας μόνο αυτά τα έργα και όχι τα ταμεία μας.
Το ίδιο, ακριβώς, πράττουν και οι εύποροι Αμερικανοί, Ευρωπαίοι και Έλληνες απόδημοι στο εξωτερικό και κανείς ποτέ, πολύ σωστά, δεν κατηγόρησε κάποιον, ότι, με σκοπιμότητα, τους χρηματοδοτούν ναούς και ιδρύματα στο εξωτερικό ή ότι τα αμερικανικά δολάρια και τα ευρώ τούς επηρεάζουν τον οποιονδήποτε θρησκευτικά ή άλλως πως.
Για τους μετανάστες, όλοι διεθνώς υποστηρίζουν, ότι πρέπει να σεβόμαστε την καταγωγή, τη θρησκεία και τον πολιτισμό τους, αλλά τώρα τελευταία είναι της «μόδας», όταν αυτοί είναι Ορθόδοξοι Ρώσοι, μεροληπτικά κάποιοι να ξεχνούν τα ανθρώπινά τους δικαιώματα. Η Κύπρος, ως σταυροδρόμι θρησκειών και πολιτισμών, είχε πάντοτε παράδοση σεβασμού σε όλους τους κατοίκους της, ανεξαρτήτως φυλής, χρώματος και θρησκείας. Αυτό θέλουμε να συνεχιστεί.
Ο μόνος, που δήλωσε, ότι πήρε χρήματα («ππαράν», όπως είπε για το πρόσωπό μου) για δικά του έργα, ναούς και άλλες εκκλησιαστικές ανάγκες στην Κύπρο, που δεν έχουν σχέση με τη ρωσόφωνη κοινότητα, είναι ο ίδιος ο Μακαριώτατος Κύπρου. Αυτό το παραδέχτηκε ο ίδιος σε πρόσφατες συνεντεύξεις του, τις οποίες εύκολα μπορείτε να εντοπίσετε.
Θεωρώ, ότι ούτε ως Εκκλησία ούτε ως πολιτεία έχουμε την πολυτέλεια να διακινδυνεύουμε την πνευματική και πολιτική μας ελευθερία και ανεξαρτησία, διαταράσσοντας είτε διεθνείς είτε θρησκευτικές ισορροπίες.
Αν γίνει αυτό, μια μέρα θα ξυπνήσουμε και θα αντιληφθούμε, ότι μείναμε μόνοι, μέσα σε ένα κόσμο, όπου δεν υπάρχουν φίλοι, αλλά μόνο συμφεροντολόγοι, οι οποίοι, όταν σε χρησιμοποιήσουν, σε αφήνουν λαβωμένο στη μοναξιά μιας οδυνηρής σκληρής πραγματικότητας.
Τον σεβασμό και την εκτίμηση διαχρονικά την κερδίζουμε, όταν υπερασπιζόμαστε αρχές και αξίες, χωρίς φανατισμούς, ιδιοτέλεια και μεροληψία.
Τα συμφέροντα έρχονται και παρέρχονται· η φήμη, όμως, η εκτίμηση και η αξιοπρέπεια μιας Εκκλησίας, ενός κράτους και ενός ανθρώπου με μια λάθος κίνηση μπορούν να εξαφανιστούν σε μια στιγμή.
Γι’ αυτό, πρέπει να είμαστε προσεκτικοί, δίκαιοι και ανοιχτοί σε συνεργασίες με όλους, βλέποντας, όχι μόνο το σήμερα, αλλά και το αύριο.
Η πρόνοια, όπως λέγεται και στη γλώσσα της πρόληψης των εξαρτήσεων, είναι η καλύτερη θεραπεία. Μετά είναι πολύ αργά.
Πανιερώτατε, ακούγοντας όλα αυτά, συμπεραίνει κάποιος, ότι έχετε πρόβλημα με τις αποφάσεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Ποια θα είναι η στάση σας απέναντι σε τέτοιες πολιτικές στο μέλλον; Θα ξεκινήσετε αντιπολίτευση στον Οικουμενικό Πατριάρχη; Αυτό δεν θα υποσκάψει εκ μέρους σας την ορθόδοξη ενότητα, που θέλετε να υπερασπιστείτε;
Για εμένα το Οικουμενικό Πατριαρχείο αποτελεί την κοιτίδα του Βυζαντινού μας Πολιτισμού και την ενσάρκωση της ακαταμάχητης ψυχής του ιστορικού Ελληνικού Γένους. Αυτού, που, παρ’ όλες τις περιπέτειες και αντίξοες συνθήκες, κατάφερε να επιβιώσει και να συνεχίζει στο παρόν να καταξιώνει την αλύγιστη ορθόδοξη πολιτισμική μας παράδοση στα πέρατα της οικουμένης.
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης είναι ο ιστορικός Πατριάρχης των Ρωμιών και ο πνευματικός πατέρας των μαρτυρικών Ορθοδόξων της αγαπημένης μου Κωνσταντινούπολης.
Είναι αυτός, που κληρονόμησε το βαρύ φορτίο της πνευματικής διαποίμανσης των απανταχού αποδήμων Ελλήνων της Ρωμιοσύνης. Αποτελεί για εμένα το Οικουμενικό Πατριαρχείο ένα από τους ιερότερους θεσμούς της Ορθοδοξίας, που λειτουργεί ως κιβωτός και της θεολογίας και του Βυζαντινού πολιτισμού.
Όλα αυτά τα συναισθήματα μού τα εμφύτεψε βαθιά εξ απαλών ονύχων στην καρδιά μου ο Γέροντάς μου Κύκκου Νικηφόρος, μιλώντας μου για τη Ρωμιοσύνη και παίρνοντάς με τακτικά μαζί του στην Κωνσταντινούπολη και τη Μικρά Ασία.
Ακολούθως, ως Επίσκοπος, τα σφυρηλάτησα με τη μελέτη και τα προσκυνήματά μου στην Κωνσταντινούπολη και στην Καππαδοκία. Τα οχύρωνα και τα φύλαγα μέσα στην καρδιά μου κάθε φορά που ταπεινά έπαιρνα την ευχή του μαρτυρικού αγωνιστή Οικουμενικού μας Πατριάρχη Βαρθολομαίου και τα καλλιεργούσα με τις αδελφικές και ποιμαντικές συνεργασίες μου με τους αγωνιζόμενους Αρχιερείς του Οικουμενικού Θρόνου.
Άρα, ποτέ δεν πρόκειται να προβούμε σε κινήσεις, που σκόπιμα θα βλάψουν το Οικουμενικό Πατριαρχείο, αλλά, όμως, και δεν θα σιωπήσουμε εκεί, που θεωρούμε, ότι κάτι πάει στραβά.
Ναι, αλλά ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου σάς κατηγόρησε δημόσια, ότι παίρνετε χρήματα από τους Ρώσους, άρα, εμμέσως πλην σαφώς, δήλωσε, ότι αυτό επηρεάζει αρνητικά τη στάση σας με το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Πώς απαντάτε;
Πώς είναι δυνατόν εμάς, που αισθανόμαστε τόσο έντονα για το Οικουμενικό Πατριαρχείο, όπως προανέφερα, ακόμη και σήμερα, μετά τη διαφωνία μας για το Ουκρανικό Ζήτημα, να μας θεωρούν κάτι άλλο και να μας αποδίδουν αλλότρια συμφέροντα, επειδή εκφράσαμε διαφορετική άποψη στο συγκεκριμένο θέμα;
Πώς είναι δυνατόν να τολμούν, ακόμη, κάποιοι, για τα δικά τους συμφέροντα, να δηλητηριάζουν τις ιερές σχέσεις μας με το Φανάρι, επειδή έτσι τους βολεύει;
Όχι. Αυτό είναι για εμένα εγκληματικό και βλάσφημο. Δεν είναι κίνηση εναντίον του Οικουμενικού Πατριαρχείου να λες την αλήθεια, έτσι, όπως την αισθάνεσαι. Αν αγαπάς κάποιον, του λες ακριβώς αυτό που πιστεύεις.
Και εγώ, και ξέρω, ότι το ίδιο ισχύει και για τον Γέροντά μου Κύκκου Νικηφόρο, αγαπούμε και στηρίζουμε τον Οικουμενικό Πατριάρχη και, όσο το επιτρέπουν οι δυνάμεις μας, δεν θα επιτρέψουμε ποτέ να αδικηθούν τα ιστορικά και πνευματικά του προνόμια, ως πρώτου μεταξύ ίσων Πατριαρχείου της Ορθοδοξίας.
Όποτε διαφωνούμε μαζί τους, αυτό δεν σημαίνει ότι είμαστε και εναντίον τους. Αντίθετα, αυτό σημαίνει, ότι τους αγαπούμε, τους εκτιμούμε και θέλουμε να λέμε τη δημιουργική αλήθεια, για να προβληματιζόμαστε θετικά ενώπιον μεγάλων πειρασμών.
Το απαράδεκτο του Προκαθημένου μας, και το λέω αυτό με πολύ πόνο, είναι το γεγονός, ότι, για να εξυπηρετήσει τα δικά του μικροσυμφέροντα στην Κύπρο, μας κατηγορεί ασύστολα παντού, ότι οι λόγοι της αντίδρασής μας είναι τα χρήματα των Ρώσων.
Για τα ρωσικά χρήματα σάς απάντησα και προηγουμένως.
Τώρα, τι χρήματα έχει ανάγκη η Μονή Κύκκου, που, όπως είπε και ο Γέροντάς μου, ούτε εικονίτσα δεν πήρε από αυτούς, είναι απορίας άξιον.
Αν δεν ήταν η Μονή Κύκκου να με βοηθά να συντηρώ τον Ρωσικό Ναό και τον περίβολό του, δεν θα μπορούσαμε ούτε νεωκόρο να προσλάβουμε.
Αυτό, που κάνει η Μονή από το 1993 είναι να ξοδεύει δεκάδες χιλιάδες ευρώ ετησίως, για να στηρίζει τις έδρες εκμάθησης ελληνικών στη Ρωσία.
Σε δύσκολες εποχές, στηρίξαμε, ως Μονή Κύκκου, οικονομικά και ηθικά και το Οικουμενικό Πατριαρχείο και το Πατριαρχείο Μόσχας.
Αντιλαμβάνεστε, βέβαια, ότι, «αν σου βγάλει τα μάτια ο συγγενής σου, είναι καλά βγαλμένα».
Αυτό πάθαμε με τον Αρχιεπίσκοπο, που παρέσυρε σε λανθασμένα συμπεράσματα και εξόργισε εναντίον μας και τον Οικουμενικό Πατριάρχη και προσέβαλε και τον Πατριάρχη Μόσχας.
Τότε, Πανιερώτατε, γιατί πιστεύετε, ότι ο Αρχιεπίσκοπος προέβη σε τέτοιες κατηγορίες εναντίον σας, οι οποίες και σας έφεραν σε μετωπική σύγκρουση με το Οικουμενικό Πατριαρχείο;
Για όλα τα απαράδεκτα, που ο Μακαριώτατος ξεστόμισε εναντίον των Μητροπολιτών Κύκκου, Λεμεσού και εμού, απάντησαν με ήθος και επιχειρήματα, τόσο ο Άγιος Κύκκου, όσο και ο Άγιος Λεμεσού και τα προσυπογράφω.
Πρέπει, βεβαίως, να υπενθυμίσω, ότι αυτή την τακτική του «διαίρει και βασίλευε» την χρησιμοποίησε ο Μακαριώτατος και στις προηγούμενες αρχιεπισκοπικές εκλογές.
Αφού μας κατηγόρησε τον Λεμεσού Αθανάσιο και μας προειδοποίησε για τον κίνδυνο, που ελλοχεύει, αν αυτός εκλεγεί Αρχιεπίσκοπος, ακολούθως μας πρότεινε τον Κύκκου, ως τη λύση.
Όταν κατάφερε να πολώσει το κλίμα, τότε έκανε 180 μοίρες στροφή και ξεκίνησε να κατηγορεί και τον Κύκκου και κάλεσε τον Λεμεσού, όπως είπε, να σταματήσουν τον Κύκκου από τον δρόμο της Αρχιεπισκοπής, γιατί, τελικά, αυτός ήταν ο πιο επικίνδυνος.
Στη συνέχεια, έριξε και τον Λεμεσού και, πατώντας στο πολωμένο κλίμα, επέστρεψε ξανά στον Κύκκου, αφού τον έβγαλε έξω -(το επιβεβαίωσε με δική του δημόσια ομολογία σε συνέντευξη)- και τον παρακάλεσε να του δώσει τις ψήφους του, για να είναι αυτός η μικρής διαρκείας (5 χρόνια) μέση λύση, καθότι, κατά τα λεγόμενά του, κινδύνευε η Εκκλησία.
Τα υπόλοιπα είναι γνωστά. Το ίδιο επαναλήφθηκε και στην προκειμένη περίπτωσε. Αφού ασκούσε τακτικά δριμεία κριτική για το αυταρχικό, όπως υποστήριζε, του χαρακτήρα και των πράξεων του Οικουμενικού Πατριάρχη, και, εφόσον μας εξηγούσε, ότι μόνο αυτός είχε το θάρρος να του μιλά σταράτα, συνέχεια πόλωνε το κλίμα στη Σύνοδο.
Στηλίτευε και τη φαναριώτικη πολιτική, αλλά και τη ρωσική αδιαλλαξία.
Στο θέμα του Ουκρανικού, θεωρούσε, ότι Μητέρα Εκκλησία στην Ουκρανία είναι η Ρωσία και το υπεστήριζε αυτό στη Σύνοδο, μέχρι να πολωθεί ικανοποιητικά γι’ αυτόν το κλίμα.
Έτσι, στην αρχή, στο Ουκρανικό, για το καλό της ενότητας, αλλά και για το καλό του εθνικού μας θέματος, πρότεινε την ουδετερότητα, συμφωνώντας μαζί μας.
Αφού ήξερε, ότι από την ουδετερότητα δεν θα οπισθοχωρούσαμε, ήταν πλέον σίγουρος, ότι θα μας έφερνε σε σύγκρουση με το Φανάρι, όταν θα άλλαζε τη στάση του.
Εφόσον διαφωνούσε η πλειοψηφία της Συνόδου, προχώρησε στο να δηλητηριάσει τις σχέσεις μας με το Φανάρι και τη Δύση, ξεκινώντας να μας κατηγορεί ασύστολα και σε πολιτικούς κύκλους και σε εκκλησιαστικούς, μα ιδιαίτερα στον Πατριάρχη, για δήθεν φιλορωσική ιδιοτελή στάση, την οποία ο ίδιος προηγουμένως υπερασπιζόταν και με επιστολές στον ίδιο τον Πατριάρχη Μόσχας, που ήδη κυκλοφόρησαν δημόσια.
Όταν θεώρησε, ότι οι ισοζυγίες και τα ευκαιριακά συμφέροντα ήταν υπέρ του, προέβηκε στη μονομερή αναγνώριση του σχισματικού Επιφανίου, επιφέροντας, όμως, αυτή τη φορά και ένα τεράστιο πλήγμα στο Αυτοκέφαλο, αλλά και το Συνοδικό μας Σύστημα.
Ξανά, όπως και τις αρχιεπισκοπικές, απαξίωσε τους αντιπάλους του και εξασφάλισε το κλίμα, που ήθελε να φτιάξει, για τους εκλεκτούς του στη διαδοχή του Θρόνου.
Πανιερώτατε, μετά από όλα αυτά, πώς αισθάνεστε και τι πιστεύετε, ότι πρέπει να γίνει, για να μην διαιρεθεί η Ορθοδοξία και να επανέλθετε όλες οι Εκκλησίες στην προηγούμενη ειρηνική συμβίωση; Ξέρετε, ο λαός δεν γνωρίζει τα εσωτερικά των Εκκλησιών και, βλέποντάς σας να αντιδικείτε, σκανδαλίζεται. Με δυο λόγια, εξηγείστε μας, γιατί φτάσαμε εδώ που φτάσαμε, αφού οι ταγοί μας ξέρουν την ιστορία και τους εκκλησιαστικούς νόμους και, τελικά, πώς λύνεται το πρόβλημα που δημιουργήθηκε;
Αγαπητέ μου, ό,τι σας προανέφερα είναι η όλη αλήθεια, έτσι, όπως την αισθάνομαι και τη μεταφράζω και την καταθέτω με καθαρά συνείδηση.
Στο πώς αισθάνομαι, με εκφράζουν απόλυτα οι θέσεις του Αρχιεπισκόπου Αλβανίας κ. Αναστασίου, τις οποίες επιτρέψτε μου να σας υπενθυμίσω. Έγραψε, λοιπόν ο Άγιος Αλβανίας στην εφημερίδα «Καθημερινή» των Αθηνών:
«…Οι πρωτοβουλίες στην Ουκρανία, έπειτα από δύο χρόνια ήδη, προφανώς δεν απέδωσαν το επιδιωκόμενο θεραπευτικό αποτέλεσμα. Ούτε η ειρήνη ούτε η ενότητα επιτεύχθηκαν για τα εκατομμύρια των Ορθοδόξων της Ουκρανίας. Αντιθέτως, η αμφισβήτηση και ο διχασμός επεκτάθηκαν και σε άλλες τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες. […] Ο χρόνος, που περνά, επιδεινώνει το τραύμα. Ο τεράστιος κίνδυνος για την Ορθοδοξία είναι εμφανής: Μια εθνοφυλετική διάσπαση (σε Έλληνες, Σλάβους και σε εκείνους, που επιθυμούν αρμονικές σχέσεις με όλους), η οποία ακυρώνει τον πολυπολιτισμικό χαρακτήρα της Ορθοδοξίας και την οικουμενικότητά της. Αυτός είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος, όχι μόνο για την Ορθοδοξία, αλλά και για όλη τη Χριστιανοσύνη, και πρέπει πάση θυσία εκ μέρους όλων το ταχύτερο να αποφευχθεί. […] Ομολογώ, ότι με συνέχει οδύνη, όταν δεν μπορώ να συμφωνήσω με προσφιλείς και σεβαστούς Αδελφούς, όμως, αδυνατώ να παραθεωρήσω ολοφάνερα γεγονότα και βασικές ορθόδοξες αρχές». Αυτή την οδύνη την αισθάνομαι και εγώ έντονα.
Αγαπητέ μου, το Πατριαρχείο Μόσχας, όσοι δεν το ζήσουν από κοντά και δεν το γνωρίσουν, εύκολα βγάζουν συμπεράσματα, γιατί το κρίνουν μόνο ως μια μηχανή της εξωτερικής πολιτικής της Ρωσίας.
Δεν είναι όμως έτσι τα πράγματα. Οι Ρώσοι Ορθόδοξοι, όπως και οι Έλληνες, είναι και αυτοί αδικημένοι και ταλαιπωρημένοι από τους άθεους του κόσμου τούτου.
Δεν πέρασε πολύς καιρός, που δραπέτευσαν από τον διωγμό του κομμουνισμού. Συνεπώς, τίποτα δεν είναι δεδομένο γι’ αυτούς και πολιτεύονται με πολλή προσοχή.
Σίγουρα κάνουν λάθη, αλλά δεν αποτελούν, σε καμιά περίπτωση, εχθρούς της πίστεώς μας.
Έζησα δέκα χρόνια μαζί τους, ως φοιτητής και κληρικός, και σύνολο 28 χρόνια τους ζω από κοντά, υπακούοντας στα προστάγματα της Εκκλησίας μου.
Τους έχουν σφάξει, τους έχουν ποδοπατήσει, προσπάθησαν να τους εξαφανίσουν από προσώπου γης, αλλά ο Θεός, όπως και τους Έλληνες, δεν το επέτρεψε.
Ναι, και αυτοί, όπως και το Φανάρι, έπρεπε να επιβιώσουν. Κάθε τοπική Εκκλησία στηρίζει την πατρίδα της, ποτέ, όμως, εκτός των πλαισίων της ορθοδόξου Θεολογίας και Εκκλησιολογίας. Υπάρχουν και κόκκινες γραμμές και αυτές είναι που θεωρώ, ότι έχουν ξεπεραστεί σήμερα.
Γνώρισα εκατοντάδες απογόνους μαρτύρων της σοβιετικής θηριωδίας.
Έζησα και ζω από κοντά ευλαβείς κληρικούς και λαϊκούς, που έδιναν και δίνουν αγώνα και μαρτυρία για την Ορθοδοξία.
Ναι, και τώρα, όπως και στο Φανάρι, πρέπει να πολιτεύονται προσεκτικά με τα κράτη τους και επαφίεται σε εμάς να βρούμε τους τρόπους να συνεργαζόμαστε και να επιβιώνουμε μαζί τους, χωρίς να βλάπτει ο ένας τον άλλο.
Ξέρω πολλούς φιλέλληνες Αρχιερείς, κληρικούς και λαϊκούς, στη Ρωσία, που, όπως και εμείς στην Κύπρο, βιώνουμε μεγάλο πόνο, που οι Προκαθήμενοί μας προσπαθούν να μας πείσουν να πάρουμε το μέρος του ενός ή του άλλου, ωσάν να πρόκειται για αντιδικία πολιτικών συμφερόντων και όχι για το κοινό μέλλον της Ορθοδοξίας, που αφορά σε όλους μας.
Είναι ασέβεια προς τους Μάρτυρες και τους Αγίους, τόσο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, όσο και του Πατριαρχείου της Ρωσίας, να αφήσουμε άλλα εξωεκκλησιαστικά κέντρα συμφερόντων να μας εργαλειοποιήσουν, όπως τους βολεύει, και να μας εξαναγκάσουν να πάρουμε «διαζύγιο», χωρίζοντας την Ορθοδοξία στα δυο.
Αυτό, όπως πολύ σοφά επεσήμανε ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας, είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την ορθόδοξη ενότητα.
Για το Ουκρανικό Ζήτημα τοποθετηθήκαμε και διαφωνήσαμε. Αυτό είναι ανθρώπινο σε κάθε θεσμό.
Αντιλαμβανόμαστε και το μεγάλο λάθος του Πατριαρχείου Μόσχας να μη προσέλθει στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Κρήτης. Αυτό έδωσε υπόσταση σε όλους τους φόβους του Οικουμενικού Πατριάρχη, ότι θέλουν να τον αντικαταστήσουν ως τον Πρώτο τη τάξει, άρα κινδυνεύει και η υπόσταση της επιβίωσης του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Επαναλαμβάνω, και αυτό πρέπει όλοι να το συνειδητοποιήσουν, ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο, με τον οικουμενικά ορθόδοξο συντονιστικό ρόλο του, εξασφαλίζει την υποστήριξη από τη Δύση και, έτσι, επιβιώνει μέσα στην Τουρκία, απολαμβάνοντας διεθνούς αναγνώρισης και κύρους. Αυτό θέλουμε να συνεχιστεί.
Η Ρωσική Εκκλησία, με την αποχή της από την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο, θεωρώ, βάσει των αντιδράσεων του Φαναρίου, ότι προκάλεσε τον Οικουμενικό Πατριάρχη με δύο τρόπους:
Όπως μας εξηγούν κύκλοι του Πατριαρχείου, ο Οικουμενικός αισθάνθηκε, ότι δεν σεβάστηκαν τον διακαή του πόθο για μια Πανορθόδοξη Σύνοδο και ένιωσε, ότι πρόδωσαν την εμπιστοσύνη του, εφόσον υποσχέθηκαν, ότι θα παραστούν.
Δεύτερον, η αποχώρηση της Ρωσικής Εκκλησίας μεταφράστηκε ως ωμή πράξη αμφισβήτησης των συντονιστικών προνομίων, αλλά και της αξίας, που είχε το Οικουμενικό Πατριαρχείο και υποβάθμιση του ρόλου του στη σύγχρονη εποχή.
Αυτή η κίνηση, όπως μου εξήγησαν Φαναριώτικοι κύκλοι, θεωρήθηκε εχθρική και προσέβαλε τον Οικουμενικό Πατριάρχη, ο οποίος θεώρησε, ότι, αν δεν αντιδρούσε άμεσα, το Πατριαρχείο Μόσχας, θα κατάφερνε ένα καίριο πλήγμα στην αποδόμηση του κύρους του, γεγονός που θα έβαζε σε κίνδυνο, μακροπρόθεσμα, και την ίδιά του την επιβίωση.
Το διεθνές κλίμα συμφερόντων συγκυριακά ήταν έτοιμο και τον βοήθησε, αλλά το τίμημα της αντίδρασης, όπως αυτή εκδηλώθηκε, το πληρώνει η ορθόδοξη ενότητα.
Το νόμισμα, βέβαια, έχει και μια άλλη όψη. Αυτή την όψη, όσο και να βλέπαμε τη αφορμή της αντίδρασης, είναι που τονίσαμε με τη δική μας στάση.
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο χαίρει πανορθοδόξου κύρους και αναγνώρισης, όχι μόνο εξαιτίας των προνομίων του, αλλά πολύ περισσότερο, εξαιτίας των πράξεων και των συμπεριφορών του έναντι των αδελφών του Εκκλησιών.
Όλοι αναγνωρίζουν τα προνόμιά του και λαμβάνουν μέρος στους διαλόγους που συντονίζει, διότι του έχουν εμπιστοσύνη.
Η σιγουριά και το αμερόληπτο του χαρακτήρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου δημιουργεί ένα αίσθημα εμπιστοσύνης και γαλήνης στους κόλπους της Ορθοδοξίας.
Ο τρόπος, που χειρίστηκαν το Ουκρανικό Ζήτημα, μέσα σε αυτές τις διεθνείς γεωπολιτικές συγκυρίες, αισθάνομαι, ότι έπληξε καίρια αυτό το θέμα της εμπιστοσύνης προς τον θεσμό του Πατριαρχείου, το οποίο καλείται τώρα να βρει τρόπους να διορθώσει την κατάσταση.
Επίσης, αν τώρα όλοι, λόγω των κρατικών μας συμφερόντων επιτρέψουμε την εργαλειοποίηση των Εκκλησιών μας, τότε θα καταντήσουμε, όπως το κρατικοποιημένο Βατικανό και θα μετατραπούμε σε εκκοσμικευμένες θρησκευτικές παρατάξεις και θα πάψουμε, έτσι, να είμαστε Εκκλησία του Χριστού.
Η εκκοσμίκευση, ως «λέων ωρυόμενος», ζητεί να μας καταπιεί (Α΄ Πέτρ. ε΄28) και να μας αποϊεροποιήσει. Αυτό αποτελεί μεγαλύτερο κίνδυνο και από αυτή την απευκταία και καταραμένη διαίρεση.
Αυτό δεν πρέπει να το επιτρέψουμε να συμβεί «επ’ ουδενί τρόπω». Τώρα είναι ώρα της ευθύνης, να τα βρούμε και να σώσουμε το καράβι της ορθόδοξης ενότητας, στο όνομα του Ιησού Χριστού, που μας ενώνει. Είμαστε εν Χριστώ αδελφοί. Το αίμα νερό δεν γίνεται. Μας ενώνουν περισσότερα πνευματικά και ελάχιστα κοσμικά μας χωρίζουν.
Πρέπει να ξανακτίσουμε τις σχέσεις μας, βασιζόμενοι στην κοινή Θεία Λατρεία, το Συνοδικό μας Σύστημα και την Ορθόδοξη Θεολογία και Εκκλησιολογία μας. Όλοι πρέπει να αλληλοσυγχωρηθούμε και να αναλάβουμε τις ευθύνες μας.
Φτάσαμε στο σημείο να θεωρείται αμαρτία να φτιάχνουμε εκκλησίες, γιατί αυτό το μεταφράζουν κάποιοι πολιτικά.
Φτάσαμε στο σημείο να στηρίζουμε τους αδελφούς μας Χριστιανούς, που ζουν στις πατρίδες μας και αυτό να θεωρείται πολιτική κίνηση και όχι πνευματική υποχρέωση. Αλίμονο! Πού πάμε, αγαπητέ μου;
Γίναμε περίγελο των εχθρών μας, που μας χλευάζουν για την κατάντια μας. Εγώ, ως Ορθόδοξος Επίσκοπος, δεν θεωρώ, ότι είμαι αλάθητος, αλλά δεν δέχομαι, ότι έχω άλλη έγνοια από την ορθόδοξή μου πίστη και το Ευαγγέλιο και δεν ανέχομαι να μου καταλογίζουν άλλα συμφέροντα από αυτά, που ορκίστηκα να υπηρετήσω πάνω στην Αγία Τράπεζα, κατά τη διάρκεια της Αρχιερατικής Χειροτονίας μου.
Το ξέρω, ότι δεν είναι εύκολο να αποδείξω μέσα σε αυτόν τον συρφετό των συμφερόντων, το ότι δεν είμαι «ελέφαντας». Θα διεκδικήσω, όμως, να το πράξω με τις πράξεις και την προσευχή μου.
Η Ορθοδοξία είναι η καλύτερη πρόταση ζωής και την αδικούμε με τη συμπεριφορά μας.
Έργο μας είναι να καταστήσουμε τον Χριστό αναγνωρίσιμο στην καθημερινότητα των ανθρώπων.
Να προβάλουμε, μέσα από την ποιμαντική του Ευαγγελίου, την αγάπη, την συμπόνοια, την κατάργηση των διακρίσεων και των εξαρτήσεων.
Να συντονιστούμε σε μια τοπική, αλλά και οικουμενική ανθρώπινη ιεραποστολή, πρώτα με τη συγγνώμη μεταξύ μας και, ακολούθως, με έργα ποιμαντικής και κοινωνικής πρόνοιας και, ιδιαίτερα, με ένα ανένδοτο αγώνα για το δίκαιο.
Εφόσον και οι δύο αυτές Εκκλησίες αγαπούν πραγματικά την Ορθοδοξία, το Ουκρανικό Ζήτημα μπορεί να επιλυθεί.
Αν μπορέσουν να διατηρήσουν την ψυχραιμία τους οι δυο Προκαθήμενοι, συζητώντας και εκτονώνοντας τις διαφωνίες τους μόνοι τους, θα βρεθεί κάποιος τρόπος απάμβλυνσης της αντιπαράθεσης μεταξύ τους.
Στη συνέχεια, μπορούν να συμφωνήσουν σε ένα κοινό χάρτη αποκλιμάκωσης και, με ομάδες εργασίας, να μελετήσουν σενάρια επίλυσης και ειρηνικής συμβίωσης, μέσα στο πλαίσιο μιας θεολογικής οικονομίας, που θα ικανοποιεί όλους.
Και τότε, όταν συμφωνήσουν, να κληθεί μια Πανορθόδοξη Σύνοδος, ώστε να συμφωνήσουμε όλοι μαζί και να γίνουμε ακόμη πιο δυνατοί στην αγάπη και τη συνεργασία μας, από ό,τι προηγουμένως.
Κάθε φορά, που αντιμετωπίζουμε, ως Ορθοδοξία, σοβαρά διεθνή θέματα, κρινόμαστε για την αξιοπιστία και την πνευματικότητά μας ενώπιον ολόκληρης της υφηλίου.
Δίνοντας και τώρα εξετάσεις της Ορθόδοξής μας πίστης και παράδοσης, δεν πρέπει να αποτύχουμε, αν θέλουμε να πείσουμε για τη γνήσια αγιαστική πρόταση ζωής της Ορθοδοξίας.
Ίσως αυτή η δοκιμασία που περνούμε να είναι μια ευκαιρία πνευματικής ανασυγκρότησης, και θεσμικής και προσωπικής. Ο Θεός θα μας βοηθήσει, αν βοηθήσουμε εμείς πρώτα τον εαυτό μας.
Ο Κικέρων κάποτε έγραψε: «Είναι δύσκολο να σιωπάς όταν πονάς».
Με πονεμένη, λοιπόν, και αγωνιούσα καρδία καταθέτω με αυτή τη συνέντευξη τη φωνή της αρχιερατικής μου συνείδησης και αφήνω τον εαυτό μου στην κρίση του Θεού και της ιστορίας.
Για προσπάθειες χειραγώγησης της Εκκλησίας της Κύπρου στο ζήτημα του Ουκρανικού αλλά και με αιχμηρές τοποθετήσεις κατά του Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου Β΄ τοποθετείται στη συνέντευξή του στην “Κ” ο Μητροπολίτης Ταμασού και Ορεινής.
Ο Ιεράρχης απορρίπτει τον χαρακτηρισμό του “ρωσόφιλου” αντικρούοντας τα περί “5ης φάλαγγας” εντός της Ιεράς Συνόδου.
Ο Μητροπολίτης Ησαϊας για πρώτη φορά ξεκαθαρίζει δημόσια πως δεν θα διεκδικήσει τον αρχιεπισκοπικό θρόνο, περιγράφοντας τον “υποψήφιο” που θα στηρίξει.
Πανιερώτατε, πώς αντιμετωπίζετε τις ανησυχίες, που εκφράζονται για προσπάθειες ποδηγέτησης της Εκκλησίας της Κύπρου από τη Ρωσική Εκκλησία;
Είναι αλήθεια, ότι εδώ και αρκετό καιρό αισθανόμαστε, ότι επιχειρείται η εργαλειοποίηση της Εκκλησίας μας.
Η γεωπολιτική κόντρα Ανατολής και Δύσης βρίσκεται σε έξαρση.
Στην Κύπρο είναι εμφανές και έντονο αυτό το φαινόμενο σε όλους τους τομείς, της οικονομίας, της δημοσιογραφίας, της πολιτικής ζωής κ.λπ. Επιθυμία μας είναι η συνεργασία με όλους, μέσα σε πλαίσια αλληλοσεβασμού.
Οι «ανησυχίες», που αναφέρετε, σκόπιμα εμφυτεύτηκαν μεθοδικά και υπομονετικά καλλιεργήθηκαν από διάφορα κέντρα αποφάσεων, μέσω των οργάνων τους.
Χρησιμοποιούνται, δυστυχώς, όλα τα σύγχρονα μέσα προπαγάνδας και απαξίωσης αντιπάλων, όπως, για παράδειγμα, «αποκαλυπτικές» ψευδοϊστοσελίδες, που «ανακαλύπτουν» συνομωσίες κ.ά.
Μέσα σε αυτό τον συρφετό του άλλοτε άμεσου και άλλοτε έμμεσου υβριδικού πολέμου μεταξύ των αντιπάλων, θυματοποιούμαστε, αναλόγως του οφέλους των ανταγωνιστικών κέντρων.
Θυματοποιείται, ιδιαιτέρως, στην περίπτωσή μας και το ορθόδοξο δόγμα, ως γνώρισμα των Ρώσων της Κύπρου, όπου, ενώ πριν όλοι τούς καλωσόριζαν στην Κύπρο, τώρα, λόγω γεωπολιτικών και γεωστρατηγικών συμφερόντων, έχει δαιμονοποιηθεί κάθε τι το ρωσικό, γεγονός, που επηρεάζει άμεσα και όσους έχουν εκκλησιαστικές σχέσεις μαζί τους.
Στην πραγματικότητα, δεν υπήρξε ποτέ καμία κίνηση της Ρωσικής Εκκλησίας, με σκοπό την παρέμβαση στα εσωτερικά μας.
Αυτό, που έγινε εμφανές με τις πολιτικές παρεμβάσεις στο Ουκρανικό Ζήτημα είναι, ότι στην πολιτική δεν χωράνε φιλίες και ομοθρησκείες, αλλά συμφέροντα. Στην Εκκλησία, όμως, πρέπει πάντα να λειτουργεί η αλήθεια και το δίκαιο, ανεξαρτήτως συμφερόντων.
Υπάρχει, όντως, εντός της Ιεράς Συνόδου η «5η φάλαγγα», όπως λέγεται χαρακτηριστικά από εκκλησιαστικούς κύκλους, για τις συμπάθειες Ιεραρχών προς τον Πατριάρχη Μόσχας;
Αγαπητέ, διαπιστευτήρια πατριωτισμού δεν θα δώσουμε, με το να ενδώσουμε στο θέλημα του Αρχιεπισκόπου και των ισχυρών της γης, βολευόμενοι, έτσι, υπό τη «σκέπη και προστασία» του «μεγάλου αδελφού».
Εναντίον της ποδηγέτησης της Εκκλησίας μας, της αδικίας, του θρησκευτικού ρατσισμού και του εθνοφυλετισμού μάχεσαι, ανεξαρτήτως προσωπικού κόστους, επιδιώκοντας το δίκαιο και την ενότητα της Ορθοδοξίας.
Οι διαδόσεις περί «5ης φάλαγγας» αποτελούν απειλές, εκφοβισμό και εκβιασμό, για να αλλάξουμε γνώμη στο θέμα της ουδετερότητας.
Η θέση της ουδετερότητας στο Ουκρανικό Ζήτημα, την οποία, αρχικά, η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας Κύπρου ομόφωνα υιοθέτησε και κράτησε, μεταξύ άλλων, θωρακίζει το Αυτοκέφαλο της αρχαίας Εκκλησίας μας και από τις δύο πλευρές, γι’ αυτό και αντιδράσαμε έντονα και δημόσια.
Γιατί εσείς και άλλοι τρεις Ιεράρχες τοποθετηθήκατε δημόσια κατά του Αρχιεπισκόπου Κύπρου; Δεν θα ήταν σοφότερο να εκφράσετε τις διαφωνίες σας πρώτα εντός της Ιεράς Συνόδου;
Σίγουρα θα βόλευε πολλούς να σιωπήσουμε. Έτσι θα γινόταν το έργο της χειραγώγησης του Αυτοκεφάλου της Εκκλησίας της Κύπρου πολύ πιο εύκολο.
Αλλά, εάν δημόσια διαμαρτυρηθήκαμε, το πράξαμε, διότι δεν μπορούμε να συμβιβάσουμε τη συνείδησή μας με αυτό, το οποίο έκδηλα, όπως δήλωσε και ο σεβαστός Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας κ. Αναστάσιος, διχάζει την Ορθοδοξία.
Η αλήθεια πρέπει να λέγεται και ομολογείται, όσο πικρή και αν είναι.
Δημόσια, χωρίς έγκριση και εκτός της Συνόδου έδρασε ο Αρχιεπίσκοπος, γι’ αυτό και εμείς δημόσια και εκτός Συνόδου αντιδράσαμε, για να σώσουμε το ανεπηρέαστο του Αυτοκεφάλου μας.
Πώς αισθανθήκατε, όταν διαβάσατε την επικριτική τοποθέτηση του Οικουμενικού Πατριάρχη απέναντι στους τέσσερις Κύπριους Ιεράρχες;
Στενοχωρήθηκα, αλλά περισσότερο πόνεσα για την περίπτωση όσων παρέσυραν τον Πατριάρχη σε αυτό. Με τον Παναγιώτατο πάντοτε είχαμε θαυμάσιες σχέσεις.
Ο ίδιος γνωρίζει πολύ καλά, ότι και τον αγαπούμε και τον εκτιμούμε.
Όταν, όμως, ακούει από ορισμένους δικούς μας, με τους οποίους έχουμε όντως διαφορές, να μας κατηγορούν και, ακολούθως, να τους επικροτούν (τυχαίο, δεν νομίζω) ορισμένα δημοσιεύματα στον τύπο, τι άλλο να περιμένουμε;
Όταν αγαπάς κάποιον, του λες την αλήθεια. Αν συμβιβάζεις τη συνείδησή σου με κάτι, που θεωρείς αντικανονικό και άδικο, για να ευαρεστήσεις τον διαφωνούντα αδελφό σου, τότε η αγάπη σου είναι ιδιοτελής και όχι πραγματική.
Μετά την πλειοψηφική απόφαση της Ιεράς Συνόδου, εσείς μνημονεύετε τον Μητροπολίτη Κιέβου Επιφάνιο;
Οι Μητροπολίτες δεν μνημονεύουν Προκαθημένους άλλων Εκκλησιών στη Θεία Λειτουργία, γι’ αυτό και η απόφαση αφορούσε μόνο τον Αρχιεπίσκοπο και όχι εμάς.
Σας επικρίνουν, και το γνωρίζετε, ότι η εικόνα, που παρουσιάζει η έδρα της μητροπολιτική σας περιφέρειας είναι ξένη ως προς τη φυσιογνωμία και την παράδοση της Εκκλησίας της Κύπρου. Πώς απαντάτε;
Είναι όλα μέσα στο ίδιο σχέδιο απαξίωσης, σε όσους έχουν ελεύθερη φωνή.
Κάποιους ενοχλεί ο ρωσικής τεχνοτροπίας ναός, που κτίστηκε για τις ανάγκες των Ρωσοφώνων της Κύπρου, ενώ ξέρουν, ότι, λόγω της ειδικής κατάρτισής μου στα Ρωσικά, είναι φυσιολογικό να διαχειριστώ κάτι τέτοιο εκ μέρους της Εκκλησίας μας.
Στον περίβολο της Μητρόπολης δημιουργήθηκε θεματικό πάρκο με τις εκκλησιαστικές αρχιτεκτονικές των Ορθοδόξων λαών, όπως, για παράδειγμα, η Αγία Σοφία Κωνσταντινούπολης, ο Πανάγιος Τάφος κ.ά.
Είμαστε η μόνη Μητρόπολη με εκπαιδευτικό θεματικό πάρκο βυζαντινής και κυπριακής ιστορίας, με αγάλματα και διαδραστικούς πίνακες.
Η δαιμονοποίηση της τέχνης για γεωπολιτικούς στόχους είναι κάτι το ρατσιστικό – φασιστικό, κάτι που θυμίζει τη στάση των Ναζί ενάντια στον εβραϊκό πολιτισμό και τον Μακαρθισμό στις ΗΠΑ.
Ο κόσμος, που επισκέπτεται όλο και περισσότερο τη Μητρόπολή μας, αγκάλιασε αυτή μας την προσπάθεια, για ανάδειξη του πλουραλισμού, αλλά και της ιδιαιτερότητας των πολιτισμών των Ορθοδόξων λαών ανά την οικουμένη.
Η ελληνική αρχιτεκτονική του κεντρικού κτηρίου της Μητροπόλεως, το Βυζαντινό Μουσείο και οι εσωτερικές και υπαίθριες εκθέσεις της εθνικής και εκκλησιαστικής μας ιστορίας, αλλά και της οικουμενικής Ορθοδοξίας δίνουν απαντήσεις γι’ αυτές τις όψιμες «ανησυχίες» ορισμένων.
«Έρχου και ίδε». Απευθύνω δημόσια πρόσκληση σε όλους να μας επισκεφτείτε, για να κρίνετε.
“Δεν θα είμαι υποψήφιος για τον αρχιεπισκοπικό θρόνο”
Πώς χαρακτηρίζετε το κλίμα εντός της Ιεράς Συνόδου;
Το κλίμα, αναλόγως των θεμάτων, που προκύπτουν και συζητούνται, ποικίλει. Δυστυχώς, κάποιες φορές επικρατεί ένταση, διότι κλονίστηκε η εμπιστοσύνη μεταξύ μας σε μεγάλο βαθμό. Ό,τι άλλο πω, θα είναι ψέμα.
Λέγεται πως εντός της Ιεράς Συνόδου υπάρχουν ομάδες. Τι απαντάτε;
Στη Σύνοδο επικρατούν διάφορες τάσεις. Άλλοι επιλέγουν να σιωπούν και άλλοι να εκφράζουν ελεύθερα και άφοβα την άποψή τους. Σε ορισμένες περιπτώσεις, σε ειδικά θέματα, υπάρχει και ομοφωνία.
Ο Αρχιεπίσκοπος θα πρέπει να δρομολογήσει τις διαδικασίες διαδοχής του;
Τη δρομολόγηση την έχει ήδη κάνει εδώ και καιρό. Την προκήρυξη είναι που δεν ξέρουμε πότε θα την κάνει ή εάν θα την κάνει τελικά. Ήδη πάνω από ενάμιση χρόνο μας έχουν πλησιάσει υποψήφιοι της επιλογής του.
Εάν η Εκκλησία βρεθεί ενώπιον του ενδεχόμενου εκλογής νέου Προκαθημένου, θα εκδηλώσετε ενδιαφέρον;
Αποφάσισα να συμβάλω και να στηρίξω αυτόν, που θα τολμήσει να φέρει τις αλλαγές εκείνες, τις οποίες έχει ανάγκη η Εκκλησία, και θα ενώσει ξανά την Ιερά Σύνοδο. Θα επιλέξω να ψηφίσω αυτόν, που με εκφράζει περισσότερο.
Θεωρείτε πως είναι υπεύθυνη στάση Ιεράρχη η προτροπή προς τους πιστούς να μην πειθαρχήσουν στις αποφάσεις συντεταγμένων οργάνων του κράτους για την πανδημία;
Θεωρώ ότι, εφόσον οι προτροπές του κράτους δεν συγκρούονται με τις αρχές και τα δόγματα της πίστεώς μας, τότε οφείλουμε να τις ακολουθούμε.
Ο ιός είναι μια οδυνηρή πραγματικότητα και πρέπει να προφυλάξουμε, τόσο τους εαυτούς μας, όσο και τους πλησίον μας, σύμφωνα και με το αγιογραφικό «ἀγαπήσεις τόν πλησίον σου ὡς σεαυτόν».
Ποιες είναι οι προτεραιότητές σας στη μητροπολιτική σας περιφέρεια;
Στόχος είναι να καταστήσουμε τον Χριστό κέντρο στην καθημερινότητα του ανθρώπου, να του προσφέρουμε διάφορες επιλογές πορείας του προς τον Ιησού και όχι να του δημιουργούμε αδιέξοδα.
Προτεραιότητες είναι ο αγιασμός των πιστών, μέσω των ιερών Μυστηρίων, και η βίωση της αλήθειας των Γραφών και των παραδόσεων της Εκκλησίας μας, η κοινωνική πρόνοια και η ανάδειξη του πολιτισμού, των γραμμάτων και των τεχνών, η σύγχρονη ανάπτυξη του κοινωνικού εθελοντισμού και αθλητισμού, έξω από διακρίσεις θρησκείας, χρώματος, εθνικότητας ή ιδιαιτερότητας, και, επίσης, η ορθή εμπέδωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που πηγάζουν από το Ευαγγέλιο.
Η Πολιτιστική μας Ακαδημία «Κυπροπαίδεια», το Ταμάσιο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο, τα νεόδμητα βυζαντινά και εθνολογικά Μουσεία της Μητροπόλεώς μας, η Υπηρεσία Μέριμνας Μητροπόλεως Ταμασού, η Ποιμαντική Διακονία, η Ποδηλατική μας Ακαδημία «Άγιος Μνάσων», με επτά σταθμούς, ο ποδοσφαιρικός όμιλος, η Φιλαρμονική Ορχήστρα Ταμασού, η πολυφωνική μας Χορωδία «Ταμασέων Ωδές», ο Σκοπευτικός μας Όμιλος «Άγιος Ευστάθιος» με εκατοντάδες μέλη, το Αστεροσχολείο και παρατηρητήριο αστέρων Μητροπόλεως Ταμασού, το ανοιχτό Θέατρο αλλά και το ΚΕΝΘΕΑ, που αναδομήσαμε και ηγούμαι τώρα εδώ και 10 χρόνια, είναι οι τομείς που με γεμίζουν ως άνθρωπο.
Όλα αυτά, που δημιουργήσαμε με πολύ κόπο θέλω να τα συνεχίσω με όλες μου τις δυνάμεις. Χρειάζεται ακόμη πολλή δουλειά. Επιθυμώ, μέσα από τη Μητρόπολή μου, να αναδείξω τους πραγματικούς στόχους της Εκκλησίας, που είναι η πνευματική και κοινωνική στήριξη του λαού μας και όχι οι επιχειρήσεις.
Η οικονομική δραστηριότητα δεν πρέπει να κυριαρχεί στη ζωή ενός Αρχιερέα εις βάρος της ποιμαντικής του διακονίας.
Την Κυριακή μετά την εορτή των Θεοφανείων, 10 Ιανουαρίου 2021, τελέστηκε το 2ο ετήσιο Μνημόσυνο του μακαριστού Μητροπολίτου Σισανίου και Σιατίστης κυρού Παύλου, στον Μητροπολιτικό Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου στην Πάνω Δευτερά.
Της Θείας Λειτουργίας προέστει ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Ταμασού και Ορεινής κ. Ησαΐας, συμπαραστατούμενος από κληρικούς της Μητροπόλεώς του.
Προ του Μνημοσύνου, ο Ταμασού Ησαΐας ανέγνωσε ευχή διά την κατάπαυση της πανδημίας του κορωνοϊού που πλήττει την ανθρωπότητα.
Στο τέλος της Θείας Λειτουργίας, ο Πανιερώτατος τέλεσε το 2ο ετήσιο Μνημόσυνο του μακαριστού Μητροπολίτου Σισανίου και Σιατίστης κυρού Παύλου.
Στην σύντομη ομιλία του, ο Πανιερώτατος αναφέρθηκε στις αρετές που αναφέρει ο Απόστολος Παύλος στην προς Γαλάτα επιστολή “αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθωσύνη, πίστις, πραότης, εγκράτεια”, οι οποίες απηχούν στο πρόσωπο του μακαριστού Μητροπολίτου Παύλου.
Ο Πανιερώτατος ανέφερε το εξης: “είχα το προνόμιο, πριν την αιφνίδια κοίμησή του, να γνωρίσω προσωπικά και να ωφεληθώ από την οσία ζωή και ποιμαντορία του”.
Συνέχισε ο Πανιερώτατος στην ομιλία του λέγοντας ως θεολόγος, συγγραφέας, αρθρογράφος και ιεροκήρυκας, υπήρξε σταθερός και ειλικρινής στις αρχές του, χωρίς συμβιβασμούς και ωραιοποιήσεις.
Υπήρξε αυστηρός με την αδικία, την απιστία και την αμαρτία σε όλες τις δημόσιες τοποθετήσεις του, γεγονός που του δημιουργούσε πολλές φορές προβλήματα.
Τέλος, ανέφερε ότι ο Μητροπολίτης Σιατίστης Παύλος ήταν ένας Επίσκοπος αγάπης και θυσίας. Θα βρίσκεται πάντα στις καρδιές μας, ως ένας πνευματικός βηματοδότης ποιμαντικού ήθους. Ας είναι αιωνία αυτού η μνήμη.
Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.